Κoρωνίδα όλων αναμφίβολα οι εθνικές εκλογές, οι οποίες ανεξαρτήτως του χρόνου που θα διεξαχθούν θα είναι το σημαντικότερο πολιτικό γεγονός εντός του νέου έτους. Ο χρόνος διεξαγωγής τους μπορεί μέχρι αυτή την ώρα να παραμένει μετέωρος, αλλά είναι βέβαιο πως είτε διεξαχθούν, κατά τα κυβερνητικά λεγόμενα, στο τέλος της τετραετίας, είτε έρθουν νωρίτερα, θα αποτελέσουν ορόσημο για την πορεία της χώρας τα επόμενα χρόνια. Πρόκειται άλλωστε για τις πρώτες εθνικές εκλογές έπειτα από οκτώ χρόνια, που θα διεξαχθούν «εκτός προγράμματος» και κατά πολλούς θα αποτελέσουν την «επιστροφή στην πολιτική κανονικότητα».
Τι σημαίνει αυτό; Οπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις αλλά και το προεκλογικό κλίμα που διαμορφώνεται, πολιτικοί σχηματισμοί αλλά και μορφώματα που ξεπήδησαν την εποχή της κρίσης παίζοντας σημαίνοντα ρόλο στο πολιτικό σκηνικό, αναμένεται να επιστρέψουν και πάλι στον πρότερο ρόλο τους. Ενδεικτικά οι ΑΝΕΛ, ένα κόμμα που αναντίρρητα έπαιξε σημαντικό ρόλο τα προηγούμενα χρόνια, τόσο με το καίριο χτύπημα που κατάφερε στη Ν.Δ., της οποίας απέσπασε ένα κομμάτι, αλλά και με τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, έχουν πέσει αισθητά πλέον σε δύναμη, παλεύοντας για την είσοδό τους στη Βουλή. Την ίδια ώρα Ποτάμι και Ενωση Κεντρώων που εκμεταλλεύθηκαν, ο καθένας από τη δική του οπτική, την πολιτική αναταραχή και εισήλθαν μετά βαΐων και κλάδων στην εθνική αντιπροσωπεία, βρίσκονται στην ίδια μοίρα, προσπαθώντας να βρουν χώρο που θα τους εξασφαλίσει την πολιτική τους επιβίωση.
Ο διπολισμός επιστρέφει
Στο ίδιο πλαίσιο, της επιστροφής στην κανονικότητα, εντάσσεται και η ανοδική τάση την οποία καταγράφουν αμφότερα τα δύο μεγάλα κόμματα, Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ, με τη μεγάλη αλλαγή να έγκειται στην «αντικατάσταση» του ΠΑΣΟΚ από το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα, πράγμα που αποτελεί μία άτυπη επιστροφή στα γνώριμα λημέρια του ελληνικού διπολισμού.
Αν κάτι έχει ενδιαφέρον εδώ και θα μας το δείξει η νέα εκλογική χρονιά, έχει να κάνει με τη μεγάλη προσπάθεια του ΚΙΝΑΛ για ένα πολιτικό come back και την επακόλουθη μάχη με τον ΣΥΡΙΖΑ για τα ηνία της εν Ελλάδι Κεντροαριστεράς. Οι εκλογές που έρχονται θα μας δώσουν τις απαντήσεις.
Δεύτερο ορόσημο για το 2019 είναι δίχως αμφιβολία οι Πρέσπες. Η συμφωνία που υπεγράφη το έτος που φεύγει μεταξύ Ελλάδος και ΠΓΔΜ επιχειρεί να δώσει λύση σε ένα εθνικό πρόβλημα, το οποίο ξεκίνησε το μακρινό 1878, με τη Συνθήκη του Βερολίνου. Τα μέχρι τώρα δεδομένα συνηγορούν πως η συμφωνία των Πρεσπών θα περάσει από την ελληνική Βουλή. Η ιστορία όμως έχει δείξει πως τέτοιου είδους ζητήματα, με βαθιές και ιστορικές ρίζες, χρειάζονται χρόνο να «μεταβολιστούν» από τον εθνικό κορμό και σε κάθε περίπτωση αφήνουν τα σημάδια τους στην πολιτική ζωή του τόπου. Οι ανακατατάξεις, άλλωστε, στην πολιτική ζωή του τόπου λόγω των Πρεσπών είναι κάτι παραπάνω από δεδομένες.
Ενας ακόμα πολιτικός σταθμός του 2019 θα είναι οι πολλαπλές εκλογές του ερχόμενου Μαΐου. Προγραμματισμένες για τις 26 Μαΐου, έχουν τη δική τους ξεχωριστή σημασία. Οχι μόνο γιατί από αυτές θα κριθούν οι τοπικές αρχές της χώρας για τα επόμενα πέντε χρόνια, αλλά και λόγω των πιο κρίσιμων ίσως μέχρι σήμερα ευρωπαϊκών εκλογών. Κατά κοινή ομολογία η σύνθεση της νέας Ευρωβουλής θα είναι ιδιαίτερα σημαντική για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Η Ελλάδα ως αναπόσπαστο κομμάτι του εγχειρήματος ήδη από την εποχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, δεν μπορεί να αποτελέσει εξαίρεση από τον κανόνα, ιδιαίτερα όταν βρίσκεται σε ένα τόσο σημαντικό γεωπολιτικό σημείο, που πάντα την κατατάσσει στο επίκεντρο των διεθνών εξελίξεων. Η άνοδος της Ακροδεξιάς, ο ευρωσκεπτικισμός και η οικονομική κρίση αποτελούν τα μεγάλα στοιχήματα στον δρόμο προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Και οι ευρωεκλογές του 2019 θα δείξουν προς ποια κατεύθυνση κινούμαστε.
Την ίδια ώρα, το έτος που ήρθε θα έχουμε δύο ακόμα εγχώριους σημαντικούς σταθμούς. Από τη μία, η συνταγματική αναθεώρηση θα ρίξει αυλαία το αργότερο μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου, όπως έχει ήδη ανακοινώσει ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, ενώ εκκρεμεί και η συμφωνία κράτους – Εκκλησίας. Οι έντονες αντιδράσεις από πολιτικούς και κληρικούς στη συμφωνία των κ. Τσίπρα – Ιερωνύμου μετέθεσε προσωρινά τις εξελίξεις. Το 2019, όμως, θα είναι έτος που η συμφωνία είτε θα προχωρήσει είτε θα εκπέσει, σφυγμομετρώντας παράλληλα κοινωνικές αντιλήψεις.