Ο «λυκάνθρωπος της Σιβηρίας»

Ο «λυκάνθρωπος της Σιβηρίας»
Ο αστυνομικός που στραγγάλιζε και βίασε τα νεκρά θύματά του. Τεκμηριώθηκαν 78 δολοφονίες. Πώς τον εντόπισαν οι συνάδελφοί του.

«Ίσως είμαι ο χειρότερος κατά συρροήν δολοφόνος, αλλά ήμουν καλός σύζυγος». Τα λόγια του Μιχαήλ Ποπκόφ αποδείχτηκαν αληθινά. Ακόμη και αν δεν ήξερε τις φρικαλεότητες των άλλων στυγνών εγκληματιών της Ρωσίας, τους ξεπέρασε όλους. Ο Τύπος τον αποκαλεί ο «μανιακός του Ανγκάρσκ», καθώς διέπραξε τις περισσότερες από τις δολοφονίες του σε αυτή την πόλη. Σκότωνε και βίαζε σχεδόν μόνο γυναίκες. Ανάμεσα στα 78 θύματα του υπήρχε μόνο ένας άνδρας. Αστυνομικός, όπως και ο δράστης.

Ξεγελούσε τα θύματα τους ως αστυνομικός

Ο λυκάνθρωπος της Σιβηρίας φορούσε στολή. Χρησιμοποιούσε το περιπολικό ακόμη και όπλα από το τμήμα για να εξολοθρεύει τα θύματά του. Ο ένστολος προσέγγιζε τα θύματα και τους χάριζε μια ψεύτικη αίσθηση εμπιστοσύνης και ασφάλειας. Στην αρχή προσκαλούσε τα θύματά του να επιβιβαστούν στο αυτοκίνητό του τη νύχτα. Πολλές από αυτές τις φορές βρισκόταν εκτός υπηρεσίας.

Εκμεταλλευόταν ωστόσο το περιπολικό και το κύρος που προσέδιδε η στολή του στα αθώα θύματα. Πάρκαρε το αμάξι του κοντά σε μπαρ και μαγαζιά όταν έκλειναν το βράδυ. Το σχέδιο του ήταν μελετημένο. Ο κόσμος θα έβγαινε από τα μαγαζιά, οι γυναίκες θα σκορπούσαν στους δρόμους και ο δολοφόνος θα είχε περισσότερες επιλογές.

Αναζητούσε γυναίκες, που ήταν υπό την επήρεια του αλκοόλ, ενώ εκείνος εμφανιζόταν ως ο «σωτήρας» τους που θα τους οδηγούσε με ασφάλεια στο σπίτι τους. Στην ομολογία του τόνισε ότι ο ρόλος του ήταν να καθαρίσει την πόλη από τις πόρνες. Εγκατέλειπε τα θύματά του στα δάση, σε νεκροταφεία ή στην άκρη δρόμων. Μόνο δύο γυναίκες είχαν καταφέρει να επιζήσουν από τις επιθέσεις του, και αυτές βαριά τραυματισμένες. Ακόμη και αν δεν ήταν πόρνη, θεωρούσε ότι οι γυναίκες δεν επιτρεπόταν να κυκλοφορούν μόνες τους το βράδυ και να πίνουν. Ο δράστης ήθελε να τις τιμωρήσει και να τους δώσει ένα μάθημα. Έχει ομολογήσει ότι μέχρι και η προθυμία μιας γυναίκας να τον σταματήσει και να τον ρωτήσει θεωρείται αρνητική πράξη που πρέπει να διορθωθεί.

Ο νεκρόφιλος δολοφόνος που πλήρωσε την κηδεία του θύματος του

Oι περισσότερες σοροί των θυμάτων του βρέθηκαν σε απομονωμένα μέρη. Εκεί οι αρχές εντόπιζαν αποκεφαλισμένα κορμιά. Τις μαχαίρωνε, τις στραγγάλιζε και στο τέλος τις αποκεφάλιζε με τσεκούρι. Είχε πάντα μαζί του ένα μαχαίρι. Με αυτό μάλιστα σμπαράλιασε την καρδιά ενός από τα θύματα του. Η εμμονή του με τις γυναίκες ξεκίνησε από τη στιγμή που φαντάστηκε ότι η συζυγός του τον απατά. Με υποψίες, χωρίς αποδεικτικά στοιχεία την κατηγόρησε για απιστία. Από τότε έγινε εμπαθής με τα γυναικεία θύματα. Ήταν οι μόνες που συνεχώς αναζητούσε και επεδίωκε να τις κατασπαράξει. Ο μόνος λόγος που σταμάτησε τη δολοφονική του δράση ήταν όπως κατέθεσε στο δικαστήριο η μόλυνση του από σύφιλη, καθώς έτσι δε μπορούσε να ευχαριστηθεί ούτε τον φόνο ούτε τον βιασμό. Ο κατά συρροήν δολοφόνος δεν γνώριζε τα θύματα που εξολόθρευε. Ένα από αυτά ήταν η καθηγήτρια μουσικής της κόρης του. Τη στραγγάλισε και αφού τη σκότωσε, τη βίασε. Η είδηση του θανάτου της έγινε γνωστή στο σχολείο, το οποίο προθυμοποιήθηκε να συνδράμει στην ταφή της δασκάλας του. Μάλιστα όταν η κόρη του νεκρόφιλου δολοφόνου ζήτησε χρήματα για την ταφή της δασκάλας του, εκείνος δε δίστασε να την ενισχύσει. Έτσι ζούσε μια διπλή ζωή. Από τη μία οικογενειάρχης και αγαπητός στη δουλειά του, από την άλλη κατά συρροή δολοφόνος που ξεκλήριζε τις γυναίκες της πόλης. «Ποτέ δεν θεώρησα τον εαυτό μου ψυχικά άρρωστο. Έχω περάσει με επιτυχία τα ψυχολογικά τεστ της αστυνομίας όπως όλοι οι συνάδελφοι», έχει δηλώσει.

Ο χειρότερος κατά συρροήν δολοφόνος με τα 78 θύματα

Ο «μανιακός του Ανγκάρσκ» σκορπούσε τον τρόμο από το 1992. Ήταν πέρα από κάθε υποψία. Στα εγκλήματα του χρησιμοποιούσε όπλα, από το αστυνομικό τμήμα. Ως αστυνομικός γνωρίζοντας καλά τη σημασία του αποδεικτικού στοιχείου σε ένα έγκλημα, φορούσε πάντα γάντια και αφαιρούσε από παντού τα αποτυπώματά του. Όταν το 1998 επιτέθηκε σε μία κοπέλα, χτυπώντας το κεφάλι της στον κορμό ενός δέντρου, το θύμα κατάφερε να σωθεί. Μπορούσε ακόμη και να αναγνωρίσει τον δράστη. Όταν μάλιστα τον κατήγγειλε, δεν κατάφερε να δικαιωθεί, καθώς οι αστυνομικές αρχές ανέκριναν τη γυναίκα του, η οποία του προσέδωσε ψεύτικο άλλοθι. Τον συγκάλυψε και τον έσωσε προσωρινά. Ο Μιχαήλ Ποπκόφ συνέχιζε να κυκλοφορεί ελεύθερος και να σκοτώνει. Η αστυνομία ωστόσο γνώριζε ότι υπάρχει στην πόλη ένας κατά συρροήν δολοφόνος, χωρίς να μπορεί να υποπτευθεί ότι ο ένοχος βρισκόταν ανάμεσα τους. Συνελήφθη το 2012 στο Βλαδιβοστόκ, καθώς εντοπίσθηκε έπειτα από μια έρευνα σε μεγάλη κλίμακα, η οποία περιλάμβανε αναλύσεις DNA κατοίκων, στους οποίους το αυτοκίνητο τους ανταποκρινόταν στα ίχνη ελαστικών που είχαν βρεθεί στους τόπους των εγκλημάτων. Καταδικάστηκε μετά από χρόνια δικών το 2015 σε ισόβια για τον φόνο και τον βιασμό 22 γυναικών. Ωστόσο, η αστυνομία δεν σταμάτησε να ερευνά την υπόθεση του και προσπαθούσε να συνδέσει με αυτόν άλλες 60 δολοφονίες. Η έρευνα τους δικαιώθηκε. Ομολόγησε τον φόνο άλλων 59 ανθρώπων όμως η αστυνομία δεν μπόρεσε να αποδείξει τη διάπραξη τριών εξ αυτών. Τον Δεκέμβριο του 2018 καταδικάστηκε για δεύτερη φορά σε ισόβια για άλλες 56 δολοφονίες. Ο δολοφόνος ξεπέρασε σε αριθμό θυμάτων ακόμη και τον Αντρέι Τσικαντίλο, ο οποίος εκτελέσθηκε το 1994 για τους φόνους 52 εφήβων και παιδιών και τον Αλεξάντρ Πιτσούσκιν, ο οποίος καταδικάσθηκε το 2007 σε ισόβια κάθειρξη για τους φόνους 64 ανθρώπων.Ο λυκάνθρωπος της Σιβηρίας έγινε ο χειρότερος κατά συρροήν δολοφόνος στη Ρωσία.

ΠΗΓΗ: mixanitouxronou.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

© 2024 instanews.gr | All Rights Reserved
Created by Netway
Exit mobile version