Τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη, που βασίζεται σε πραγματικό περιστατικό. Είναι η τελευταία μεγάλη επιτυχία του σπουδαίου τραγουδοποιού του ρεμπέτικου.
Στις 7 Ιανουαρίου 1977, άνδρες του Λιμενικού επέδραμαν στο κυπριακό μότορσιπ «Γκλόρια», που έπλεε κοντά στα Ίσθμια και ανακάλυψαν στα αμπάρια του 11 τόνους χασίς, μία από τις μεγαλύτερες ποσότητες ναρκωτικών που είχαν ανακαλυφθεί έως τότε, όπως έγραψε ο Τύπος της εποχής. Το πλοίο είχε φορτώσει το «μυρωδάτο χασίσι» από λιμάνι του Λιβάνου και κατευθυνόταν προς την Αμβέρσα του Βελγίου.
Οι ελληνικές αρχές ήταν ενήμερες για το είδος του φορτίου, καθώς ο πλοίαρχος του «Γκλόρια», Νίκος Ξανθόπουλος, παλαιός ανανήψας λαθρέμπορος, συνεργαζόταν με την DEA, την αμερικανική υπηρεσία δίωξης ναρκωτικών. Με τηλέγραφημά του στις 23 Δεκεμβρίου 1976 είχε ενημερώσει τους έλληνες αρμόδιους ότι τις επόμενες ημέρες το πλοίο του θα μετέφερε φορτίο με σοκολάτες.
Για την υπόθεση κατηγορήθηκαν οι δύο Τούρκοι (τα «μεμέτια» του τραγουδιού), που ήταν μέλη του πληρώματος και όπως αποδείχθηκε οι συνοδοί του παράνομου φορτίου. Ο καπετάνιος του «Γκλόρια» όχι μόνο αφέθηκε ελεύθερος, αλλά και εισέπραξε την αμοιβή του 1,5 εκατομμυρίου δραχμών.
O Τσιτσάνης πληροφορήθηκε το περιστατικό από μία φίλη του. «Βάζεις το χέρι στο βαγγέλιο ότι άκουσες καλά… Έντεκα τόννοι μαύρη! Πρωτοφανές!» της είπε. Σχεδόν αμέσως του ήρθε η έμπνευση και άρχισε να γράφει την πρώτη στροφή του τραγουδιού και το βράδυ άρχισε να το ντύνει με νότες. «Ήταν Σάββατο», θυμάται. «Πιάνω από δω, πιάνω από κει… Δεν μου άρεσε το τέμπο. Μετά έγραψα τη δεύτερη στροφή πίσω από ένα αγγελτήριο γάμου. Μετά μου ήρθαν στο νου οι μουσικές που γύρευα και όλα πήγαν ρολόι».
Μέσα στο Γενάρη το ηχογράφησε με τη Λιζέτα Νικολάου στα δεύτερα φωνητικά. Το τραγούδι κυκλοφόρησε τον Απρίλη του 1977 σε δίσκο 45 στροφών (σινγκλ). Στην άλλη πλευρά υπήρχε ένα παλιό του τραγούδι «της χρυσής αλανιάρικης εποχής της Σαλονίκης», το «Τάγμα Τηλεγραφητών». Ήταν η στρατιωτική μονάδα που πέρασε αλησμόνητες στιγμές, σύμφωνα με διήγησή του. Το «Βαπόρι απ’ την Περσία» ήταν η τελευταία μεγάλη επιτυχία του Τσιτσάνη, αν και δεν παιζόταν από τα ερτζιανά λόγω θέματος. Από τότε γνώρισε πολλές επανεκτελέσεις και αποτελεί μέρος του ρεπερτορίου στα λαϊκά μαγαζιά.
Λίγες ημέρες ημέρες μετά το θάνατο του Τσιτσάνη (18 Ιανουαρίου 1984) το «Βαπόρι απ’ την Περσία» επανήλθε στην επικαιρότητα για νομικούς λόγους. Ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Σπύρος Κανίνιας το άκουσε σε μία εκπομπή της ΕΡΤ στις 26 Δεκεμβρίου 1983 και με έγγραφό του στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών στις 2 Φεβρουαρίου 1984 ζήτησε να γίνουν όλες οι «νόμιμες ενέργειες», επειδή το τραγούδι είναι κακής ποιότητος (αντιβαίνει το άρθρο 12 παρ. 2 του Συντάγματος) και παραβαίνει το άρθρο 3 παρ. 6 του ν.δ. 743/70, που τιμωρεί όποιον συντελεί με οποιοδήποτε τρόπο στη διάδοση των ναρκωτικών.
Η υπόθεση ανατέθηκε στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Δημήτριο Μαλακάση, ο οποίος διενήργησε προκαταρκτική εξέταση και στο πόρισμά του, που υποβλήθηκε στις 26 Ιουλίου 1984 στον Εισαγγελέα Εφετών της Αθήνας, ανάφερε ότι έθεσε τη δικογραφία στο αρχείο, επειδή το τραγούδι «δεν μπορεί να παρωθήσει στη χρήση και διάδοση ναρκωτικών». Στο ίδιο έγγραφο, ο εισαγγελικός λειτουργός χαρακτηρίζει το τραγούδι «από τα ατυχή του λαϊκού συνθέτη» και υποστηρίζει ότι «φρόνιμο θα είναι να μην εκπέμπεται από την τηλεόραση, γιατί τα μεταδιδόμενα από αυτή πρέπει να είναι ποιοτικής στάθμης».
Το βαπόρι από την Περσία
Μουσική-Στίχοι: Βασίλης Τσιτσάνης
Το βαπόρι απ’ την Περσία
πιάστηκε στην Κορινθία
Τόννοι έντεκα γεμάτο
με χασίσι μυρωδάτο
Τώρα κλαίν’ όλα τ’ αλάνια
που θα μείνουνε χαρμάνια
Βρε κουρνάζε μου τελώνη
τη ζημιά ποιος τη πληρώνει
Και σ’ αυτή την ιστορία
μπήκαν τα λιμεναρχεία
Τώρα κλαίν’ όλα τ’ αλάνια
που θα μείνουνε χαρμάνια
Ήταν προμελετημένοι
καρφωτοί και λαδωμένοι
Δυο μεμέτια, τα καημένα,
μεσ’ στο κόλπο ήταν μπλεγμένα
Τώρα κλαίν’ όλα τ’ αλάνια
που θα μείνουνε χαρμάνια.
Πηγή: sansimera.gr