«Έφυγε» από λανθασμένη φαρμακευτική αγωγή με ζάναξ, βάλιουμ και αντικαταθλιπτικά. Το βιβλίο που ανατρέπει τα δεδομένα.
Ο Rory δεν παντρεύτηκε ποτέ. Στα 44 του χρόνια δήλωνε χαρακτηριστικά «Έχω κάνει τόσες περιοδείες όσες κανένας Ευρωπαίος καλλιτέχνης. Περιόδευα τόσο πολύ για το δικό μου καλό. Δε μου άφησε πολύ χρόνο για κάτι άλλο, δυστυχώς. Δε μπορείς να διαμορφώσεις οικογενειακή ζωή ή κάτι παρόμοιο, κάτι που κάνει όλες τις σχέσεις σου ιδιαίτερα δύσκολες. Υπάρχει πάντα κάτι συγκεκριμένο που λείπει από τη ζωή σου. Ως άνθρωπος μπορείς να προσφέρεις συγκεκριμένα πράγματα, όχι μόνο από φυσικής κατάστασης αλλά και από συναισθηματικής». Ο Gallagher δεν είχε ιδιαίτερο πρόβλημα με τα ναρκωτικά. Είχε μεγαλώσει στο συντηρητικό περιβάλλον του Κορκ οπότε ήταν δύσκολο να πάρει το λάθος δρόμο.
Ωστόσο – ως γνήσιος Ιρλανδός – είχε μεγάλη αδυναμία στο αλκοόλ. Το πρόβλημα του αλκοολισμού του γιγαντώθηκε στη δεκαετία του 80. Όπως διηγούταν ο αδερφός του ο Donal, ο Rory θα κλεινόταν για τρεις μέρες σε ένα δωμάτιο με αμέτρητα μπουκάλια whiskey, ώστε να βγει μετά με ένα ολοκαίνουριο set από τραγούδια. Οι καταχρήσεις θα έδειχναν το σκληρό τους πρόσωπο κάποια χρόνια αργότερα. Το 1982 θα κυκλοφορήσει το μέτριο Jinx, με τον Gallagher να είναι πλέον σκιά του καλού του εαυτού.
Από τη δεκαετία του 70 ακόμα ο Rory ήταν εθισμένος στα συνταγογραφούμενα ηρεμιστικά. Υπήρχε η πεποίθηση πως πέθανε αποκλειστικά εξαιτίας του αλκοόλ, όμως το βιβλίο «Gallagher, Marriott, Derringer, Trower» του Αμερικανού συγγραφέα Dan Muise ήρθε να αμφισβητήσει όσα ξέραμε για το θάνατο του. O Muise υποστήριζε πως δεν ήταν το αλκοόλ η αιτία θανάτου του αλλά η φαρμακευτική αγωγή. Ο Gallagher εκείνη την εποχή ανέπτυξε πετοφοβία για την αντιμετώπιση της οποίας οι γιατροί του συνέστησαν σκληρή φαρμακευτική αγωγή. Ανάμεσα στα φάρμακα που έπαιρνε ήταν ζάναξ, βάλιουμ και διάφορα αντικαταθλιπτικά.
Σύμφωνα πάντα με το Muise, o συνδυασμός των φαρμάκων με το αλκοόλ αποδείχτηκε μοιραίος για το συκώτι του Rory. Ο δε tour manager του Phil McDonell ισχυρίστηκε πως δεν υπήρχε περίπτωση ο Gallagher να πίνει με σκοπό να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις μιας συναυλίας. Η τελευταία σημαντική του εμφάνιση ήταν στο Cork Jazz Festival του 1993, καθώς και κάποιες μεμονωμένες συναυλίες στην Αυστραλία. Ο Rory Gallagher πέθανε στις 14 Ιουνίου του 1995 από μόλυνση από σταφυλόκοκκο, ενώ νοσηλευόταν στο King’s College Hospital του Λονδίνου. Βρισκόταν σε λίστα αναμονής για μεταμόσχευση ήπατος.
Το ξεκίνημα
Το 1968 οι σχέσεις του Eric Clapton με τα υπόλοιπα μέλη των «Cream» είχαν φτάσει στο χειρότερό τους σημείο. Ο κιθαρίστας δεν μπορούσε πλέον να βλέπει τους Jack Bruce και Ginger Baker, μέλη της μπάντας, να τσακώνονται καθημερινά μεταξύ τους. Όταν ο Clapton αποχώρησε, οι Bruce και Baker ανέθεσαν στο manager του group Robert Stigwood, να βρει τον αντικαταστάτη του. Αυτός προσέγγισε αμέσως τον εικοσάχρονο Rory Gallagher, τον οποίο είχε ξεχωρίσει όταν άνοιγε τις συναυλίες των «Cream», με τη μπάντα «Taste». Ο Gallagher όμως αρνήθηκε να πάρει τη θέση του Clapton, καθώς ήθελε να ακολουθήσει το δικό του μουσικό δρόμο.
Τα πρώτα χρόνια
Ο Gallagher γεννήθηκε το 1948 στην ιρλανδική επαρχία Donegal. Πριν κλείσει τα 12, οι γονείς του του αγόρασαν την πρώτη ακουστική κιθάρα. Την ημέρα που την πήρε στα χέρια του, φωτογραφήθηκε γεμάτος περηφάνια, μπροστά από τα γραφεία της τοπικής εφημερίδας Cork Εxaminer. Με αυτήν προσπαθούσε να παίξει τα τραγούδια που άκουγε από το ραδιοφωνικό σταθμό της Αμερικανικής ναυτικής βάσης, στην πόλη Derry όπου είχε μετακομίσει με την οικογένειά του από το 1949. Κόντρα στην αυστηρή Καθολική εκκλησία της περιοχής και τον περιρρέοντα συντηρητισμό της εποχής, που δεν έβλεπαν με καλό μάτι τη νέα μορφή διασκέδασης, ο Gallagher παρασύρθηκε από την Beatlemania που έχει κατακλύσει τη Μεγάλη Βρετανία και έχτισε σιγά σιγά το όνομά του στην τοπική σκηνή.
Ταυτόχρονα, πλούτιζε τη δισκοθήκη του με βινύλια που θα έφερναν οι Ιρλανδοί πρώην μετανάστες οι οποίοι επέστρεφαν σταδιακά από την Αμερική. Θα σχηματίσει μικρά groups όπως οι Fontana και κυρίως οι Impact (μετέπειτα Taste), που αποτέλεσαν την πρώτη καθαρά επαγγελματική του προσπάθεια. Συναντιέται για πρώτη φορά με τα μέλη των Cream σε μια συναυλία των Impact στο Αμβούργο, σε μία μίνι περιοδεία στα πρότυπα των Beatles, οι οποίοι είχαν επισκεφτεί πολλές φορές τη γερμανική πόλη. Λίγα χρόνια αργότερα θα απέρριπτε τη θέση του κιθαρίστα των “Cream” και θα έβαζε πλώρη για την προσωπική του καριέρα.
Ο αδερφός του Donal είπε αργότερα πως αν ο Rory έκανε ένα δίσκο ή μία μονάχα περιοδεία με τους Cream, η καριέρα του ίσως είχε πάρει ξέφρενη πορεία αλλά ο ίδιος δε θα ένιωθε δημιουργικός μέσα σε ένα τέτοιο σχήμα. Οι βραχύβιοι Taste κυκλοφόρησαν δύο studio και δύο live albums και διαλύθηκαν. Ο Gallagher προσέλαβε τον (μέχρι το τέλος συνοδοιπόρο του) μπασίστα των Deep Joy, Gerry McAvoy, και ετοιμαζόταν να κατακτήσει τον κόσμο ως solo καλλιτέχνης.
Προσωπική καριέρα και επιτυχία
Κατά την περίοδο από το 1971 μέχρι και το 1979 ο Rory Gallagher κυκλοφόρησε μια σειρά από κλασικά studio albums για το είδος του blues rock. Ενδεικτικά αναφέρονται το Tattoo με το χιλιοτραγουδισμένο (και ιδιαίτερα αγαπητό στη χώρα μας) «A Million Miles Away» και φυσικά το Calling Card, δίσκος που περιέχει δύο εκ των αιώνιων ροκ ύμνων, το «Do you read me?» και το πασίγνωστο Moonchild.
Σύμφωνα με τον ίδιο τον Gallagher το τραγούδι ήταν ανοιχτό προς ερμηνεία. Θα μπορούσε να αναφέρεται είτε σε κάποιο θηλυκό είτε στο νεαρό αθώο παιδί που έκρυβε μέσα του ο ίδιος αλλά και ο καθένας. Μαρτυρίες της εποχής, και συνεντεύξεις στον ελληνικό τύπο, μιλούσαν για τις επεισοδιακές ηχογραφήσεις του Calling Card, υπό την επήρεια αμέτρητων Irish Coffees που θα άφηναν τον Gallagher ερείπιο μετά την κυκλοφορία του δίσκου.
ΠΗΓΗ: mixanitouxronou.gr