Στις 19 Σεπτεμβρίου του 1961 ιδρύθηκε η Ένωσις Κέντρου, η οποία ήταν η κυρίαρχη πολιτική δύναμη της χώρας έως τη χούντα.
Η Ένωσις Κέντρου, σύμφωνα με την καθαρεύουσα της εποχής, υπήρξε ένας κομματισμός σχηματισμός που δέσποσε στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας τη δεκαετία του 1960 και μέχρι την επιβολή της Δικτατορίας.
Ιδρύθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1961, λίγο πριν από τις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου, οπότε κατατέθηκε και το έμβλημά του, που ήταν τα αρχικά Ε.Κ., πλαισιωμένα από στάχυ και κλάδο δάφνης. Ένα χρόνο αργότερα, στις 27 Σεπτεμβρίου 1962, ψηφίστηκε το καταστατικό του νέου κόμματος, που όριζε ότι η Ένωσις Κέντρου είναι «κόμμα εθνικόν και επιδιώκει την πραγματοποίησιν της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής Δημοκρατίας».
Η Ένωση Κέντρου προερχόταν από τη μήτρα του Κόμματος των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου και ήταν ένας ετερόκλητος συνασπισμός προσωπικοτήτων, που ξεκινούσαν ιδεολογικά από τη Δεξιά (Στέφανος Στεφανόπουλος) και έφθαναν μέχρι την Αριστερά (Ηλίας Τσιριμώκος).
Αναμφισβήτητος αρχηγός του νέου κόμματος ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου και ηγετικά του στελέχη ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο Γεώργιος Μαύρος, ο Ιωάννης Ζίγδης, ο Σταύρος Κωστόπουλος, ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής, ο Ηλίας Τσιριμώκος και αργότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου, όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική.
Άμεσος στόχος του νέου πολιτικού σχηματισμού ήταν η υπερκέραση της ΕΔΑ, που ήταν αξιωματική αντιπολίτευση από το 1958 και η εκδίωξη της Δεξιάς από την εξουσία και συγκεκριμένα της ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή, που κυβερνούσε από το 1955.
Στις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου 1961, η Ένωσις Κέντρου έλαβε το 33,34% των ψήφων (83 έδρες) και κατέλαβε τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η εκ νέου επικράτηση της ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή αμφισβητήθηκε έντονα (εκλογές «βίας και νοθείας») και τις επόμενες μέρες ο Γεώργιος Παπανδρέου κήρυξε τον γνωστό ως «ανένδοτο αγώνα».
Στις επόμενες εκλογές, που έγιναν στις 3 Νοεμβρίου 1963, η Ένωση Κέντρου αναδείχθηκε πρώτο κόμμα (42,04% των ψήφων και 138 έδρες), χωρίς όμως την απόλυτη πλειοψηφία. Σχημάτισε έτσι κυβέρνηση μειοψηφίας, στην οποία η ΕΔΑ προσέφερε την ανοχή της, η οποία δεν έγινε αποδεκτή από τον Γεώργιο Παπανδρέου.
Στις αναπόφευκτα νέες εκλογές που διεξήχθησαν στις 16 Φεβρουαρίου 1964, η Ένωση Κέντρου θριάμβευσε, συγκεντρώνοντας το 52,72% των ψήφων και 171 έδρες. Έχοντας έτσι κατακτήσει την απόλυτη πλειοψηφία, σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση, της οποίας όμως οι αντιφάσεις έγιναν γρήγορα αισθητές. Η ομοιογένεια του κόμματος εξακολουθούσε να είναι το ζητούμενο και οι προσωπικές φιλοδοξίες και ιδεολογικές αντιθέσεις βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη, με κυρίαρχη την αντιπαράθεση ανάμεσα στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Η ρήξη των Ανακτόρων με τον Γεώργιο Παπανδρέου, που οδήγησαν στην παραίτησή του από την πρωθυπουργία στις 15 Ιουλίου 1965 («Ιουλιανά»), αποτέλεσε κομβικό σημείο στην πορεία του κόμματος. Ακολούθησε η διάσπαση του κόμματος με την αποχώρηση κυβερνητικών και κομματικών στελεχών («Αποστασία»), οι οποίοι σχημάτισαν τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις (Γεωργίου Αθανασιάδη -Νόβα, Ηλία Τσιριμώκου και Στέφανου Στεφανόπουλου).
Η Ένωση Κέντρου παρέμεινε ως κόμμα της αντιπολίτευσης με μικρότερη κοινοβουλευτική ομάδα γύρω από τον Γεώργιο Παπανδρέου, ώσπου διαλύθηκε, ύστερα από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Επανεμφανίσθηκε μετά την επάνοδο της Δημοκρατίας και στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974 κατήλθε σε σύμπραξη με πολιτικούς που είχαν αναδειχθεί κατά τη διάρκεια της δικτατορίας με την επωνυμία Ένωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις (ΕΚ-ΝΔ), με επικεφαλής τον Γεώργιο Μαύρο. Απέσπασε το 20,42% των ψήφων και εξέλεξε 60 βουλευτές, κατακτώντας τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης Η αριστερή πτέρυγα της προδικτατορικής Ένωσης Κέντρου ακολούθησε τον Ανδρέα Παπανδρέου στην ίδρυση του ΠΑΣΟΚ.
Το 1976,η ΕΚΝΔ μετονομάστηκε σε Ένωση Δημοκρατικού Κέντρου (ΕΔΗΚ) και στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977 αναδείχθηκε τρίτο κόμμα με το 11,95% των ψήφων και 16 έδρες. Η φθίνουσα πορεία της συνεχίστηκε μέχρι εξαφανίσεως, καθώς τα επόμενα χρόνια συντρίφθηκε ανάμεσα στις συμπληγάδες της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ.
Πηγή: sansimera.gr