Γίνεται να προσεγγιστεί ένας ροκ θρύλος όπως ο Φρέντι Μέρκιουρι μέσω μιας ανώδυνης παραγωγής του Hollywood; Η νέα ταινία του Μπράιαν Σίνγκερ δίνει την απάντηση.
Του Δ. Χριστόπουλου
Τα μουσικά ρεύματα δεν είναι απλά ένα σύνολο από ήχους και στίχους, ήταν ανέκαθεν κάτι παραπάνω από αυτό και θα είναι για πάντα κάτι παραπάνω: τα μουσικά ρεύματα αποτελούν ολόκληρους πολιτιστικούς κόσμους, μια κοινότητα κουλτούρας και τρόπου ζωής που διαπερνά κάθετα τόσο τους μουσικούς τους όσο και το κοινό τους. Αυτό ισχύει για κάθε μουσικό ρεύμα και το ροκ όχι απλά δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση αλλά είναι και το κατεξοχήν μουσικό είδος που μπορεί πανεύκολα να χαρακτηριστεί κίνημα.
Αυτός είναι και ο λόγος που μέσα από τα σπλάχνα της ιστορίας της ροκ μουσικής έχουν ξεπηδήσει ιστορίες ανθρώπων που μέσα στις σύντομες ζωές τους έχουν βιώσει εμπειρίες που άλλοι δεν θα μπορούσαν να ζήσουν ούτε σε δύο ή τρεις ζωές. Η ιστορία των Queen και ειδικότερα, η ιστορία του Φρέντι Μέρκιουρι, του εμβληματικού περφόμερ τους που πέθανε από AIDS το 1991 στα 45 του είναι μια από αυτές.
Δεν είναι να απορεί κανείς λοιπόν που το Hollywood αποφάσισε να μιλήσει για τον Φρέντι Μέρκιουρι μέσα από μια ταινία του: το «Bohemian Rhapsody», το φιλμ του Μπράιαν Σίνγκερ που παίζεται αυτόν τον καιρό στους κινηματογράφους και δανείζεται τον τίτλο του από το όνομα ενός από τα πιο πρωτοποριακά τραγούδια που έγραψαν ποτέ οι Queen, ήταν δεδομένο πως κάποια στιγμή θα έρθει. Μέσα σε αυτή την νομοτέλεια ωστόσο, το «Bohemian Rhapsody» πάσχει και από ένα άλλο νομοτελειακό γεγονός.
Η περίοδος που διανύουμε όχι απλά δεν χαρακτηρίζεται από τολμηρές ταινίες αλλά το ακριβώς ανάποδο: κάθε ιθύνοντας μιας μεγάλης παραγωγής που προορίζεται για εισπρακτική επιτυχία θέλει soft και flat προσεγγίσεις και το «Bohemian Rhapsody» δεν αποτελεί εξαίρεση. Όμως πως να αφηγηθείς την ζωή του θρυλικού Φρέντι Μέρκιουρι με soft και flat τρόπο; Πως να μιλήσεις για έναν τύπο σαν αυτόν χωρίς «να προκαλέσεις». Είναι απλή η απάντηση: δεν γίνεται. Θα τα φας τα μούτρα σου.
Πρόσφυγας από τη Ζανζιβάρη στη Μεγάλη Βρετανία (το αληθινό του όνομα ήταν Φαρούκ Μπουλσάρα), δηλωμένος gay σε μια εποχή που κάτι τέτοιο υπήρξε απείρως πιο δύσκολο σε σχέση με το σήμερα, προκλητικός πάνω στη σκηνή, εμβληματική φιγούρα στον αγώνα ενάντια στον κοινωνικό στιγματισμό των ανθρώπων με AIDS (της ασθένειας που υπήρξε η αιτία του θανάτου του) και κάποιος που έζησε τη ζωή του κάνοντας τόνους ναρκωτικών και άπειρα σεξουαλικά όργια, την ουσία του Μέρκιουρι δεν μπορείς να την προσεγγίσεις μόνο μέσω του μουσικού του έργου, όσο σημαντικό και αν ήταν αυτό.
Ο Ράμι Μάλεκ τα δίνει όλα ως Φρέντι Μέρκιουρι και τα πάει άψογα ενώ ο ρυθμός της ταινίας είναι δεδομένο πως θα κάνει όσους γουστάρουν την μουσική των Queen να περάσουν σχετικά καλά. Αλλά κάπου εκεί, σε μια καλή ερμηνεία και ένα queen-ικό μουσικό κολάζ, εξαντλούνται τα όρια του «Bohemian Rhapsody». Ο Μπράιαν Σίνγκερ, ο άνθρωπος που στο παρελθόν έχει παρουσιάσει στο σινεμά ορισμένους ιδιαιτέρως «σκοτεινούς» χαρακτήρες, εδώ συμπεριφέρεται σαν ένας διεκπεραιωτικός σκηνοθέτης και το «Bohemian Rhapsody», αντί να είναι μια κοφτερή σαν ξυράφι ταινία όπως ο χαρακτήρας που προσεγγίζει είναι μια ανώδυνη ταινιούλα, καλή μόνο για να παίζεται τα μεσημέρια του σαββατοκύριακου στην τηλεόραση.
Θα μας μείνει πάντα η απορία για το πως θα ήταν αυτή η ταινία αν στον πρωταγωνιστικό ρόλο και στην σκηνοθεσία της ταινίας ήταν ο Σάσα Μπάρον Κόεν, που είχε την αρχική ιδέα αλλά τελικά, παραγκωνίστηκε επειδή το όραμα του παραήταν shocking…