Συμπληρώσαμε δυο εβδομάδες δημόσιου διαλόγου όσον αφορά το ζήτημα της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου και με τους σύγχρονους όρους εναλλαγής της επικαιρότητας, κάτι τέτοιο αντιστοιχεί σε... έναν αιώνα.
Του Δημοσθένη Χριστόπουλου
Οι όροι της σύγχρονης καθημερινότητας είναι τέτοιοι που κανένα θέμα της επικαιρότητας δεν μπορεί να σταθεί με αξιώσεις βασικής θεματολογίας στο δημόσιο διάλογο για πάνω από δύο ή το πολύ τρεις μέρες. Ειδικά, οι άνθρωποι που εργαζόμαστε στα media το γνωρίζουμε πολύ καλά: κάθε θέμα έχει μια πολύ συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης και όσο ενδιαφέρον ή πολυδιάστατο και αν είναι, νομοτελειακά θα εξαντληθεί άμεσα και θα αντικατασταθεί είτε από μια «ξηρασία» είτε από κάποιο άλλο ζήτημα που έρχεται να στρογγυλοκαθίσει στο κέντρο της επικαιρότητας.
Ο Ζακ Κωστόπουλος άφησε την τελευταία του πνοή στις 21 Σεπτεμβρίου. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές το ημερολόγιο γράφει 4 Οκτωβρίου και η συζήτηση γύρω από τη δολοφονία του δεν λέει να ατονίσει. Δυο εβδομάδες γεμάτες εκατέροθεν επιχειρηματολογία και υψηλής έντασης αντιπαράθεση προσομοιάζει σε… έναν αιώνα συγκριτικά με τους ρυθμούς που έχουμε συνηθίσει να εξαντλούμε τα θέματα πριν προχωρήσουμε στο επόμενο.
Η διάρκεια αυτή και μόνο φανερώνει πως όλες εκείνες οι φωνές που επιχείρησαν να υποβιβάσουν το γεγονός, να το παρουσιάσουν ως μια συνηθισμένη περίπτωση αυτοάμυνας ενός ιδιοκτήτη που απλά «υπερασπίστηκε την ιδιοκτησία του από έναν εισβολέα» δεν είναι ικανές, όσο δυνατά και αν φωνάζουν, να μετατρέψουν το ψάρι σε ψωμί. Εξαρχής άλλωστε η ίδια η δύναμη της εικόνας του ξυλοφορτώματος ενός πεσμένου και εξουδετερωμένου ανθρώπου που δέχεται μανιωδώς κλωτσιές στο κεφάλι έκανε την προσέγγιση αυτής της ιστορίας πολύ πιο σύνθετη απ’ όσο βόλευε μια μεγάλη πτέρυγα της κοινωνίας.
Δυο εβδομάδες μετά, το περιστατικό μοιάζει να έχει απεγκλωβιστεί οριστικά από την αρχική αφήγηση που το συνόδεψε. Τα στοιχεία που προκύπτουν κάθε μέρα δείχνουν πως το σενάριο της ληστείας πετιέται οριστικά στον κάλαθο των αχρήστων και τα βίντεο που βλέπουν το φως της δημοσιότητας ενισχύουν όλο και περισσότερο την εκδοχή της δολοφονίας μίσους. Και ταυτόχρονα πετιέται στον κάλαθο των αχρήστων και η εκτίμηση πως «όλος ο θόρυβος γίνεται επειδή ο δολοφονημένος ήταν gay και η κοινότητά του ψάχνει για έναν ήρωα»: ο θόρυβος φαίνεται πως αφορά ανοικτά πλέον ένα ρατσιστικό έγκλημα στο κέντρο της Αθήνας και όχι μια προσπάθεια ηρωποίησης τραβηγμένης από τα μαλλιά.
Η τελευταία αυτή ατάκα άλλωστε έμοιαζε να προσπαθεί να κρυφτεί τόσο πολύ πίσω από το δάχτυλό της που είναι να αναρωτιέται κανείς αν όντως την πίστεψε ποτέ εξαρχής κάποιος που την ανέφερε: πρέπει να ζει κάποιος σε άλλο πλανήτη για να πιστεύει στα σοβαρά πως τα μέλη της gay κοινότητας έχουν την δυνατότητα να επιβάλλουν κατά βούληση κεντρικά ζητήματα συζήτησης.
Η πραγματικότητα είναι άλλη και είναι αυτονόητη: ο λόγος που το ζήτημα της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου έχει σπάσει κάθε ρεκόρ διάρκειας διαλόγου είναι το ότι η εικόνα έκανε αδύνατη την σχετικοποίηση του ζητήματος. Το πραγματικό ερώτημα είναι άλλο: πόσο αποσιωποιημένη θα ήταν η αλήθεια αν μαθαίναμε απλά το περιστατικό από την γραπτή διάδωση των ενημερωτικών site, χωρίς βίντεο να το συνοδεύει; Αμφιβάλλει κανείς πως θα είχαμε διαβάσει απλά κάτι του στιλ «ληστής κόπηκε από τα τζάμια και πέθανε» και εν συνεχεία θα το ξεχνούσαμε στο αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο;