Η λύση του μυστηρίου
Τα ερωτήματα μετά τη συντριβή του αεροσκάφους Embraer E190AR της Azerbaijan Airlines στο Καζακστάν, με τους 38 νεκρούς και τους 29 επιζώντες, παραμένουν πολλά. Το σημαντικότερο όλων βέβαια είναι το τι ήταν εκείνο που έφερε την πτώση του αεροπλάνου.
Τα στοιχεία της υπηρεσίας παρακολούθησης πτήσεων Flightradar24 δείχνουν ότι το ύψος του αεροσκάφους άλλαξε πάνω από 100 φορές στα τελευταία 74 λεπτά της πτήσης του.
Η συγκεκριμένη πληροφορία σε συνδυασμό με την εικόνα που δείχνει το αεροπλάνο λίγο πριν τη βουτιά θανάτου να παίρνει ύψος και στη συνέχεια να το χάνει ξανά κάνει τους ειδικούς να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι το πιο πιθανό σενάριο αφορά στο bird strike. Πουλιά δηλαδή εισήλθαν στον κινητήρα με αποτέλεσμα να του δημιουργήσουν πρόβλημα και να χάσει την ισχύ του.
Η πτώση αεροπλάνου εξαιτίας πρόσκρουσης με πουλιά αποτελεί ένα σπάνιο αλλά σοβαρό φαινόμενο, γνωστό ως bird strike. Όταν πουλιά συγκρούονται με αεροπλάνο, οι συνέπειες μπορεί να είναι καταστροφικές, ειδικά αν τα πουλιά εισέλθουν στους κινητήρες. Αυτού του είδους οι προσκρούσεις συμβαίνουν συνήθως κατά την απογείωση ή την προσγείωση, όπου το αεροπλάνο πετά σε χαμηλό υψόμετρο, αυξάνοντας την πιθανότητα επαφής με πουλιά.
Το βάρος και η ταχύτητα των πουλιών σε συνδυασμό με την ταχύτητα του αεροπλάνου μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές ζημιές. Οι κινητήρες μπορεί να υποστούν βλάβες ή ακόμη και να τεθούν εκτός λειτουργίας. Το 2009, η πτήση 1549 της US Airways κατέληξε σε αναγκαστική προσθαλάσσωση στον ποταμό Χάντσον, μετά από σύγκρουση με σμήνος χηνών, ένα περιστατικό που τόνισε τη σοβαρότητα του προβλήματος.
Για την αποτροπή τέτοιων περιστατικών, τα αεροδρόμια εφαρμόζουν μέτρα διαχείρισης της άγριας ζωής, όπως χρήση συστημάτων ήχου για την απομάκρυνση πουλιών, ειδικές ομάδες παρατήρησης, και διατήρηση περιοχών κοντά σε αεροδρόμια απαλλαγμένων από τροφή ή νερό που μπορεί να προσελκύσουν πουλιά.
Οι κατασκευαστές αεροσκαφών επίσης δοκιμάζουν τους κινητήρες τους για αντοχή σε bird strikes, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος. Παρ’ όλα αυτά, το πρόβλημα παραμένει υπαρκτό και απαιτεί συνεχή παρακολούθηση, δεδομένου ότι η ασφάλεια των πτήσεων εξαρτάται από τη συνεργασία ανθρώπων και τεχνολογίας για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων.