«Προτιμότερο να μείνει ατιμώρητος ένας ένοχος παρά να καταδικαστεί ένας αθώος», η πρόταση του Εισαγγελέα Πρωτοδικών.
Την απαλλαγή λόγω αμφιβολιών του σκηνοθέτη Κώστα Κωστόπουλου από την κατηγορία του βιασμού της ηθοποιού Έλενας Αθανασοπούλου το 2010 ζήτησε ο Εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών.
«Είναι πολύ βαριά η κατηγορία για να καταδικάσω ελαφρά την καρδία αυτό τον άνθρωπο», σχολίασε ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Σπύρος Μπαξεβάνος, ο οποίος συνέχισε: «Δεν υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία, προσπαθούμε να πιαστούμε από κάποιες… κλωστές. Είναι προτιμότερο να μείνει ατιμώρητος ένας ένοχος παρά να καταδικαστεί ένας αθώος. Έχω σοβαρές αμφιβολίες, μακάρι να ήταν διαφορετικό το αποδεικτικό υλικό».
Η δίκη του Κώστα Κωστόπουλου είχε ξεκινήσει στις 20 Μαρτίου, με τον 58χρονο σκηνοθέτη να αρνείται κατηγορηματικά την καταγγελία, ισχυριζόμενος ότι δεν υπήρξε βιασμός, αλλά συναινετική ερωτική πράξη με την 21χρονη (τότε) ηθοποιό, η καταγγελία της οποίας ήρθε στο φως παράλληλα με το κίνημα Me Too.
«Γιατί έμεινε, αν είναι ένοχος»;
Σε μία κατάμεστη αίθουσα που είχε έντονες αντιδράσεις (κάποια στιγμή διατάχθηκε η έξοδος του πατέρα της καταγγέλουσα), ο εισαγγελικός λειτουργός έδωσε ένα λεκτικό… ρεσιτάλ, χρησιμοποιώντας στην αγόρευση του πολλές ρήσεις επιφανών ανδρών, μέχρι να δώσει την τελική του πρόταση.
Ο Εισαγγελέας αναφέρθηκε στην συμπεριφορά του σκηνοθέτη που υπέγραψε την μεγάλη επιτυχία «Σασμός» και διερωτήθηκε: «Γιατί έμεινε στη χώρα εάν είναι ένοχος; Δεν θα έπρεπε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία και να φύγει;», κάνοντας μία αναφορά σε περιπτώσεις συναινετικής επαφής, όπου η γυναίκα μπορεί αργότερα να κατηγορήσει έναν άνδρα χωρίς να έχει αποδείξεις.
Ταυτόχρονα επεσήμανε ότι μετά την καταγγελία εις βάρος του, ο γνωστός σκηνοθέτης δεν απασχόλησε ξανά την δικαιοσύνη με κάποια άλλη υπόθεση, κάτι που θα συνέβαινε αν ήταν κατά συρροή βιαστής: «ένας ληστής θα ξανακάνει ληστείες, ένας παιδόφιλος θα διαπράξει ξανά έγκλημα παιδικής πορνογραφίας, ένας παιδεραστής θα βιάσει ξανά ένα παιδί, ένας βιαστής, όμως, ένας αδίστακτος βιαστής, όχι ο κατηγορούμενος, που είναι αθώος, και καταστράφηκε η καριέρα του για μία πενταετία».
«Ήταν κάτι που ξεκίνησε συναινετικά»
Τόνισε ότι η καταγγέλλουσα ήταν ψυχρή στην ακροαματική διαδικασία, χωρίς κάποιο συναίσθημα και κατέθεσε την προσωπική του άποψη, πως του φάνηκε ότι δεν βίωσε το συγκεκριμένο συμβάν το οποίο κατήγγειλε, ενώ χρησιμοποίησε μία φράση του Φρόιντ για να τεκμηριώσει την άποψη του πως ήταν μία συνεναιτική πράξη: «Πως το βίωσε η κυρία Αθανασοπούλου; Τι υπέστη η κυρία Αθανασοπούλου; Ήταν κάτι που ξεκίνησε συναινετικά και τελικά κατέληξε σε αυτό που είπε ο Φροϊντ: Τι πραγματικά θέλει μία γυναίκα;».
Εν συνεχεία αναφέρθηκε σε μία φράση του Βεργίλιου, ξεκαθαρίζοντας ότι σέβεται κάθε γυναίκα σαν να ήταν μάνα του και αφού αναρωτήθηκε για ποιο λόγο η καταγγελία δεν έγινε άμεσα, μετά την φερόμενη πράξη βιασμού πέρασε σε μία… σαιξπηρική ερμηνεία: «Μήπως τελικά έχει δίκιο ο Σαίξπηρ; Να το αποδώσουμε σε αστάθεια;».
«Απλώς πέρασε καλά, όπως και η κοπέλα»
Λίγο πριν την τελική του πρόταση και αφού ξεκαθάρισε ότι δεν πείστηκε για την ενοχή του κατηγορουμένου, αναρωτήθηκε εκ νέου: «ο κατηγορούμενος θα μπορούσε να προτείνει ρόλο στην παθούσα για να την εκμεταλλευτεί», αλλά δεν το έκανε. Ένας άντρας χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να προσεγγίσει μία γυναίκα… Δόξα, φήμη, χρήματα…αλλά εκείνος δεν το έκανε. Απλώς πέρασε καλά, όπως πέρασε και η κοπέλα».
Η αυλαία της εισαγγελικής πρότασης έπεσε μέσα σε χειροκροτήματα από την αίθουσα, με την πρόταση για απαλλαγή του κατηγορουμένου, κατακρίνοντας παράλληλα και την κοινή γνώμη που κατά την προσωπική του άποψη είναι «η χειρότερη όλων».
Το Δικαστήριο διέκοψε την δίκη για τις 11 Ιουνίου, όπου θα ακολουθήσουν οι αγορεύσεις των συνηγόρων υποστήριξης κατηγορίας και υπεράσπισης και μετέπειτα την τελική απόφαση αυτής της πολύκροτης δίκης που αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον…