Ειρήνη Μελισσαροπούλου: «Ας πιστεύει ο καθένας ό,τι θέλει. Είμαι αθώα, είμαι έξω»

Ειρήνη Μελισσαροπούλου: «Ας πιστεύει ο καθένας ό,τι θέλει. Είμαι αθώα, είμαι έξω»

Για την περιπέτεια στο Χονγκ Κονγκ, μετά από την ακούσια εμπλοκή της σε δίκτυο μεταφοράς κοκαΐνης, μίλησε η Ειρήνη Μελισσαροπούλου.

Το 21χρονο πρώην μοντέλο, πέρασε 17 μήνες στη φυλακή, ύστερα από τη σύλληψή της στο αεροδρόμιο με 2,6 κιλά κοκαΐνης, στις 20 Νοεμβρίου του 2017. Το δικαστήριο, την έκρινε τελικώς αθώα, με ομόφωνη ετυμηγορία των επτά ενόρκων και την ακόλουθη απόφαση της έδρας.

Σε συνέντευξή της στον Alpha, η Ειρήνη εξιστόρησε πώς ένας «αδερφικός» της φίλος από την Ρουμανία, ο Πέτρος, την παγίδευσε – όπως η ίδια εκτιμά – κρύβοντας εν αγνοία της μέσα σε έναν ορειβατικό σάκο το πακέτο με την κοκαΐνη.

Ο ίδιος, σε παλαιότερη συνέντευξή του, είχε διαψεύσει όλες τις κατηγορίες που του επιρρίπτεια, υποστηρίζοντας πως δεν είχε καμία εμπλοκή στην υπόθεση και ό,τι συνέβη ήταν αποκλειστική ευθύνη της Ειρήνης.

Η γνωριμία με τον Πέτρο και το ταξίδι στην Αιθιοπία

Όπως λέει η ίδια, γνώρισε τον Πέτρο σε μαγαζί που δούλευε πρώην σύντροφός της. Ο Πέτρος ήταν συνάδελφος του φίλου της και το 2017, της ζήτησε να έρθει από την Καλαμάτα στην Αθήνα επειδή «ήθελε να της μιλήσει για κάτι σοβαρό». Στην Καλαμάτα, σχεδίαζε να σπουδάσει σε ένα ΙΕΚ, αλλά τα «μάζεψε όλα» και ήρθε στην Αθήνα.

«Είμαστε χρόνια φίλοι, αδελφικοί και θέλω να σου κάνω ένα δώρο», της είπε ο Πέτρος, προτείνοντάς της να κάνουν μαζί ένα ταξίδι στην Αφρική, με τα έξοδα εν πολλοίς πληρωμένα από εκείνον, επειδή η Ειρήνη τον είχε βοηθήσει στο παρελθόν τόσο οικονομικά όσο και ψυχολογικά.

Έτσι, την έπεισε να ταξιδέψουν στην Αιθιοπία. «Θα ήταν οδηγός μου. Τα αγγλικά μου τότε δεν ήταν στον καλύτερο βαθμό. Θα με συνόδευε. Για τα έξοδα μου, είπαν ότι αν χρειαστώ κάτι παραπάνω, είχαν λεφτά (…) πίστευα ότι το δώρο ήταν όλο το πακέτο, όχι μόνο τα εισιτήρια. Κι εγώ έβαζα από την τσέπη μου».

Στην Αιθιοπία, πέταξαν μαζί με τον Πέτρο και έναν φίλο του, τον Νίκο και έμειναν στο ίδιο ξενοδοχείο. Η Ειρήνη Μελισσαροπούλου ξεκαθάρισε ότι η σχέση της με τον Πέτρο ήταν αμιγώς φιλική, και εκείνος διατηρούσε σχέση με μία άλλη κοπέλα τα τελευταία πέντε χρόνια.
«Το είδα σαν περιπέτεια με έναν αδελφικό μου φίλο», λέει χαρακτηριστικά. Εν τω μεταξύ οι γονείς της, που έμεναν στη Μυτιλήνη, δεν γνώριζαν τίποτα για το ταξίδι και νόμιζαν πως η κόρη τους βρίσκεται ακόμα στην Καλαμάτα. Ερωτηθείσα από τον Αντώνη Σρόιτερ για ποιον λόγο δεν τους είχε αποκαλύψει την αλήθεια, η Ειρήνη αποκρίθηκε πως δεν ήθελε να τους ανησυχήσει, αφού θα υπέθεταν σενάρια που δεν είχαν καμία βάση.

Η πρόταση για το μόντελιγκ

Κατά τις πέντε ημέρες τις διαμονής τους, η παρέα διασκέδασε με φίλους του Πέτρου από την Αιθιοπία. Σε ερώτηση για το αν της έκανε εντύπωση που ο φίλος της είχε φίλους στην Αιθιοπία, η Ειρήνη Μελισσαροπούλου εξήγησε ότι ο Πέτρος εργαζόταν σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις στη Μυτιλήνη όπου συναντούσε ανθρώπους από διάφορες χώρες και, ως εκ τούτου, ήταν εύλογο να έχει γνωστούς και σε αυτήν την αφρικανική χώρα.

Κατά την ίδια, σε εκείνο το διάστημα ο Πέτρος της πρότεινε να ασχοληθεί με το μόντελινγκ.

«Η ιδέα για το μόντελινγκ ήρθε στην Αιθιοπία. Είχαμε βγει με φίλους του Πέτρου – μιλούσαν, τους άκουγα, για μόντελινγκ.”Ειρήνη ο φίλος μου μου είπε ότι έχεις ωραίο σώμα, είσαι εμφανίσιμη, είσαι γλυκιά, ψηλή, αδύνατη”. Πολλά επίθετα, ευκολόπιστη εγώ. Σε ποια κοπέλα δεν θα άρεσε; Τον πίστεψα».

Οι βιαστικές ρυθμίσεις

«Στην Αιθιοπία δεν θα έκανα μόντελινγκ γιατί ήταν τριτοκοσμική χώρα», προσθέτει, εξηγώντας πως μετά από συζητήσεις, αποφάσισαν από κοινού να ξεκινήσει την επαγγελματική καριέρα της με από το Χονγκ Κονγκ. «Δεν είχα καμία ιδέα από μόντελινγκ και μου λέει “Χονγκ Κονγκ”, τον πίστεψα».

Τα εισιτήρια αγοράστηκαν την προηγούμενη ημέρα της αναχώρησης αλλά ο Πέτρος την προέτρεψε να ταξιδέψει μόνη της στο Χονγκ Κονγκ, καθώς εκείνος είχε βρει φτηνότερα εισιτήρια για το ίδιο ταξίδι σε μεταγενέστερη ημερομηνία: «Φύγε μόνη σου στο Χονγκ Κονγκ. Εγώ βρήκα πιο φτηνά εισιτήρια και μπορώ να φύγω πιο μετά», φέρεται να της είπε.

Ο σάκος με τα ναρκωτικά

«Είχαμε βγει το βράδυ, σηκώθηκα μεσημέρι. Πέταξα όλα τα πράγματα μέσα στη βαλίτσα. Στο δωμάτιο ήμασταν εγώ, ο Πέτρος και ο Νίκος. Είχα τελειώσει το μπάνιο, είχα βγει, το μαλλί βρεγμένο. Η βαλίτσα ήταν φουλ. Είπα στον Πέτρο “σε παρακαλώ, πάρε μου μία τσάντα. Εχεις λεφτά; Πάρε μου μία μεγάλη τσάντα γιατί μπορεί να αγοράσω και κάτι, στο Χονγκ Κονγκ”».

Κατά την Ειρήνη Μελισσαροπούλου, ο Πέτρος επέστρεψε λίγο αργότερα με έναν καινούργιο, ορειβατικό σάκο και τον ακούμπησε επάνω στο κρεβάτι. «Μου δίνει την τσάντα, την αφήνει πάνω στο κρεβάτι, άνοιξα τα φερμουάρ (…) Δεν είχα πάρει ορειβατικό σάκο και δεν ήξερα το βάρος του. Τσέκαρα ότι ήταν καθαρός, έβαλα τα πράγματα μέσα, πήρα και ένα μικρό τσαντάκι και τη βαλίτσα κι έφυγα».

Η Ειρήνη πέρασε κανονικά από τον έλεγχο του αεροδρομίου στην Αιθιοπία και πήρε τον ορειβατικό σάκο ως χειραποσκευή μέσα στο αεροπλάνο, όπου αγόρασε και κάτι κατά την πτήση της προς το Χονγκ Κονγκ. Μάλιστα πέταξε με το φόρεμά της. «Ήμουν ντυμένη, έτοιμη για να αρχίσω το μόντελινγκ. Το είχα βάλει σκοπό».

Οι έλεγχοι και η σύλληψη

Όπως εξιστορεί, πέρασε από αλλεπάλληλους ελέγχους στο Χονγκ Κονγκ. «Είναι πολύ μεγάλο το αεροδρόμιο. Δεν ήξερα ότι με είχανε σταμπάρει γιατί δεν ήξερα τι κουβαλούσα», θυμάται.

«Βγαίνω από την πρώτη έξοδο. Δεν είχα πάρει ακόμα τη βαλίτσα. Δείχνω το διαβατήριο (…) μετά από 10 λεπτά, ένας άντρας και μία γυναίκα με ρώτησαν αν μπορούν να ψάξουν την χειραποσκευή. Λέω “βέβαια”. Την ανοίξανε, τα βγάλανε όλα από μέσα, τα κάνανε χάλια», λέει για τους ελεγκτές, που διασταύρωσαν και το ξενοδοχείο στο οποίο είχε κάνει κράτηση η Ειρήνη.

«Δεν είχα άγχος, πίστευα ότι ήταν τελείως φυσιολογικό. Μόνη στο Χονγκ Κονγκ, ούτε αγγλικά καλά, ούτε σήμα, κάρτα τίποτα. Με σταματά κάποιος κύριος με κουστούμι. Δεύτερος έλεγχος. Δεν έκανε κάτι σοβαρό. Έπιασε τα ρούχα, τα σήκωσε (…) ξανά χάλια τα ρούχα. »Συνεχίζω να περπατώ στο αεροδρόμιο, για να πάρω τη βαλίτσα. Ρωτούσα δεξιά και αριστερά που θα μπορούσα να αλλάξω τα λεφτά μου, γιατί είχα χαθεί κιόλας».

Αφού πέρασε τον έλεγχο διαβατηρίων, την σταμάτησαν για τρίτο έλεγχο στο τελωνείο. Της ζήτησαν το διαβατήριο. «Αντί να σηκωθώ να τρέξω και να φύγω, το δίνω». Σε λίγα λεπτά συγκεντρώθηκαν 4 με 5 ομάδες τελωνειακών γύρω της. Περίπου 30 άτομα.

«Με κοιτούσαν περίεργα. Τότε με έπιασε το άγχος. Μίλαγαν μεταξύ τους και κοιτούσαν συνέχεια την τσάντα στο X-ray. Είχαν φωνάξει και ανώτερους (…) κάτι μέσα μου δεν πήγαινε καλά. Με ρώτησαν αν μπορούν να ανοίξουν την τσάντα: “Μπορούμε να τη σκίσουμε, νομίζουμε ότι βρήκαμε κάτι”».

«Σκίζουνε με το νυστέρι την τσαντούλα. Αυτό που είδα θα μείνει αξέχαστο για πάντα. Μια τσάντα καφέ που δεν ήξερα ότι βρισκόταν εκεί μέσα. Παίρνουν το νυστέρι και βρίσκουν άσπρη σκόνη. Μπροστά μου κάνουν το τεστ. Είναι θετικό. Κοκαΐνη.

«Παθαίνω σοκ, είχα χάσει τη γη κάτω από τα πόδια μου. Νευρικό κλονισμό. Έκλαιγα. Κάτι μου είπαν για arrest (σ.σ σύλληψη), αλλά δεν υπήρχε μεταφραστής εκεί για να μου εξηγήσει τι γινότανε και γιατί βρισκότανε αυτό μέσα στην τσάντα».

«Δαχτυλικά αποτυπώματα, DNA, ήμουν καθαρή εκτός από αυτό το πράγμα που βρέθηκε. Δεν καταλάβαινα καλά τι λέγανε. Μου δείχνανε χαρτιά, στα κινέζικα στα αγγλικά, τίποτα στα ελληνικά».

Η Ειρήνη, πέρασε μία ημέρα στο κρατητήριο του αεροδρομίου. «Με αφήσανε μόνη, ό,τι τηλέφωνο ήθελα να κάνω, γινότανε μπροστά τους, μου πήραν όλα τα πράγματα, τίποτα δεν είχα στα χέρια μου».

Την επόμενη μέρα, στις 21 Νοεμβρίου, της πέρασαν χειροπέδες και μια μαύρη κουκούλα και την μετέφεραν. Οι χαρακτηριστικές φωτογραφίες και η υπόθεση μεταδόθηκε σε όλον τον κόσμο. Οι γονείς της το έμαθαν στις 22 Νοεμβρίου. «Δεν το έμαθαν από μένα αλλά από τα media».

«Ήθελα να πάρω τον Πέτρο αλλά εκείνος δεν σήκωσε το τηλέφωνο. “Πήγαινε εσύ πρώτη”, ήταν σίγουρα κάτι κανονισμένο», λέει για τον τρόπο που βρέθηκαν τα ναρκωτικά στην τσάντα.

«Είμαι αθώα. Είμαι έξω. Έδωσα αποδείξεις που κανένας δεν πίστευε. Είμαι αθώα, επτά στους επτά (σ.σ ενόρκους). Αυτός με πήγε στην Αιθιοπία, αυτός με πήγε στο Χονγκ Κονγκ».

Η ίδια λέει ότι δεν θέλει να τον ξαναδεί στα μάτια της. Αν διασταυρωθούν στη Μυτιλήνη, θα του γυρίσει την πλάτη της. «Δεν θέλω άλλα τραβήγματα, οι επιπολαιότητές μου με στιγμάτισαν. Τελικά από φίλο την έπαθα».

Στο Χονγκ Κονγκ ισχύει το αγγλοσαξονικό Δίκαιο και για τέτοιες υποθέσεις αποφασίζει το ανώτερο δικαστήριο, αποτελούμενο από επτά ενόρκους που κληρώνονται και έναν δικαστή. Η Ειρήνη αντιμετώπιζε ποινές κάθειρξης 23 έως 27 ετών που, στην Κίνα, είναι όλα εκτιτέα.

«Οι χαμένες υποθέσεις είναι για να κερδίζονται. Ήταν πολύ ενδιαφέρουσα υπόθεση με τον τρόπο που έγινε. Ήταν μία εξωτική περιπέτεια κατά την περιγραφή του πατέρα της και με όσα έβλεπα στα site», λέει ο δικηγόρος της οικογένειας, κ. Κεχαγιόγλου, που δέχτηκε το τηλεφώνημα του πατέρα της Ειρήνης, στις 23 Νοεμβρίου του 2017.
Η φυλακή

«Δε περίμενα ποτέ να πάω εγώ σε φυλακή, με πατέρα αστυνομικό. Φόβος, στεναχώρια, τρόμος, είχα κλειστεί στον εαυτό μου. Τίποτα παραπάνω.

«Ήμουν με το φόρεμα, με ρωτούν αν έχω τατουάζ, αν έχω χαρακωθεί, αν παίρνω κάποιο φάρμακο. Μου βγάλανε τα ρούχα, μου έδωσαν το κίτρινο το πουκαμισάκι και το πράσινο παντελόνι, για όσες περιμένουν το δικαστήριο. Οι καταδικασμένοι φοράνε καφέ ρούχα. Φωτογραφία, νοσοκομείο φυλακής, κελί, εξετάσεις ούρων, αίματος, ψυχολογικά – ήμουν στα χειρότερα».

Οι συγκρατούμενες την υποδέχθηκαν ως «το μοντέλο από την Ελλάδα». «Ανοίγει το κελί, “έλα να μας δείξεις πως περπατάς”, είχε βγει η φήμη ότι είχε έρθει το μοντέλο από την Ελλάδα», λέει για τις συγκρατούμενές της, κυρίως από τη Βρετανία και την Ινδονησία. Δεν έκανε φιλίες. «Δεν υπάρχουνε φίλοι μέσα στη φυλακή».

«Κοιμόμουν πάνω σε ξύλο. Έμαθα αγγλικά και κινέζικα. Είναι σαν στρατός. Προσοχή. Μεταβολή. Να γυρνάς από την άλλη πλευρά. Εγώ αυτά δεν θα τα είχα ξαναδεί. Στρώσιμο κρεβατιού. Δύο κουβέρτες και ενδιάμεσα σεντόνι.

«Αν δεν υπακούς σου κόβουν τα λεφτά από τις δουλειές που κάνεις (μέσα στη φυλακή), απομόνωση, σου κόβουν το φαΐ. Δεν διαβάζεις βιβλία».

Η ίδια δεν υπέστη καμία τέτοια τιμωρία. «Ένιωθα τρόμο, φόβο, θυμήθηκα τους γονείς μου, τον αδερφό μου. Λύγιζα τόσο πολύ που δεν μπορούσα να κρατηθώ και μου έλεγαν “μην κλαις”. Ο αδερφός μου ο μικρός τι έφταιγε; Γιατί τους είχα φλομώσει στο ψέμα; Γιατί είχα κάνει τον Πέτρο θεό και τους γονείς μου τους πέταξα κάτω και τους πατούσα;», αναρωτιέται.

Δέκα λεπτά τον μήνα Τηλέφωνο, της επέτρεπαν να κάνει ένα τον μήνα και μόνο για δέκα λεπτά. Μίλησε πρώτα με τον πατέρα της. «Έκλαιγα σαν το μωρό. Τον ρώτησα αν μ’ αγαπάει. Και μου απάντησε “ναι”. Και με πίστεψε από την πρώτη στιγμή. Θα το πολεμήσω. Δεν θα το αφήσω. Μέχρι και την τελευταία στιγμή πριν τους δω. Και την τελευταία μέρα του high court. Τους αγάπησα όσο δεν τους είχα αγαπήσει ποτέ. Τους έγραφα όσα είχα κάνει».

Και ο Έλληνας δικηγόρος είχε το δικαίωμα να την δει μόνο μία φορά τον μήνα, για 15 λεπτά. «Καμιά σωματική επαφή, ακόμα και τους γονείς της. Σε κλουβί με σίδερα και τζάμι. Ο πατέρας της έπιασε το χέρι. Πανικός από το δικαστήριο (…) πήγαν να κάνουν αναφορά, γραπτή», λέει ο δικηγόρος της. «Πολλοί τυπικοί, μανδαρινισμός. Ο πατέρας της μου είπε “είμαι πολύ χαρούμενος, έπιασα το χέρι της Ειρήνης”». Ο κ. Σάκης Κεχαγιόγλου, λέει ότι πείστηκε για την αθωότητά της, από τη μεταξύ τους επικοινωνία – γραπτή αλλά και τηλεφωνική.

Οι γονείς της την επισκέφτηκαν στα γενέθλιά της, στις 22 Ιανουαρίου. «Ήτανε το καλύτερο δώρο για αυτή την χρονιά. Από θαύμα σώθηκα. Προσευχή, εξομολόγηση σε τέσσερις τοίχους, προσευχές, να λέω συγγνώμη θα αλλάξω. Οράματα στη φυλακή, είδα τον άγιο Ταξιάρχη. Στο νησί είναι προστάτης αρχάγγελος. Λέω “παιδιά, έχω άγγελο τώρα, θα αποκτήσω άγγελο”. Πίστευα σε αυτόν, 7 Νοεμβρίου ήρθε και με ακούμπησε στη φυλακή. Τα έζησα, με ακούμπησε».

Σε προηγούμενη συνέντευξή του, ο κ. Κεχαγιόγλου είχε αποκαλύψει ότι πρότεινε στην Ειρήνη, πριν το δικαστήριο, την εναλλακτική της παραδοχής των κατηγοριών, ακόμα και αν δεν ήταν ένοχη, ώστε να εκτίσει τα δύο τρίτα της ποινής, από το να διακινδυνεύσει 27 χρόνια στη φυλακή, ούσα αθώα.

«Πώς να πω μια ιστορία που είναι ψευδής; Δεν μπορώ να εφεύρω μια ιστορία. Ποιο ψέμα να πω και πως να το στηρίξω;», ήταν η απάντησή της, επιμένοντας και πιστεύοντας στην αθωότητά της. Στο δικαστήριο τα είπε όλα, όσο πιο απλά γινόταν.

Η αθώωση

Η στιγμή της ετυμηγορίας. «Κοιταζόμασταν στα μάτια με τους γονείς μου. Σηκώνεται ο πρόεδρος, πάγωσα, έτρεχε ο ιδρώτας, ήμουνα χάλια. “Not Guilty”. Θα πάω στους γονείς μου – οι ένορκοι, ο κατήγορος, η δικαστής, χαρούμενοι.

Οι ένορκοι έλαβαν, μεταξύ άλλων, υπόψιν τους το λευκό της ποινικό μητρώο, το νεαρό της ηλικίας της και το γεγονός ότι δεν ταξίδευε με μεγάλο χρηματικό ποσό σε μετρητά ή πολλά κινητά, όπως συνηθίζουν να κάνουν οι διακινητές ναρκωτικών.

Η επιστροφή

«Θέλω να δω τον αδελφό μου, είναι 10 χρονών», είπε στους δικούς της. Είχε να τον δει ενάμισι χρόνο. «Κλάματα, κατέρρευσα, έκλαιγε το μωρό, έκλαιγα κι εγώ. Τέτοια χαρά δεν είχα ξανανιώσει. Από εκείνη την ημέρα τον αγκαλιάζω κάθε ημέρα. “Ειρήνη θα ξανάρθεις; Μη φύγεις ή πάρε με μαζί σου”».

Επιφυλακτικότητα και καχυποψία Η ίδια λέει πως ορισμένοι στην κλειστή κοινωνία της Μυτιλήνης την αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα και καχυποψία. Κάποιοι την έχουν «καταδικάσει»: «Βλέπω ανθρώπους να με κοιτάνε περίεργα».

Ωστόσο δεν την νοιάζει η άποψη αυτών των ανθρώπων. «Είμαι καλά, είμαι αθώα, είμαι με την οικογένειά μου. Αυτό μου αρκεί. Ο καθένας μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει, Είμαι αθώα».

ΠΗΓΗ: lifo.gr

Ακολουθήστε το INSTANEWS στο Google News για να είστε πάντα μέσα στα νέα.