Σύμφωνα με τον επιστήμονα, είναι αναγκαίος «ο σχεδιασμός μιας εθνικής ερευνητικής πολιτικής και η αντίστοιχη χρηματοδότηση της συστηματικής έρευνας».
Το πρόσφατο θανατηφόρο τσουνάμι, που «χτύπησε» τις ακτές της Ινδονησίας φέρνει στην επιφάνεια τον κίνδυνο που ελλοχεύει και στην ευρύτερη περιοχή των ελληνικών θαλασσών.
Αυτό τονίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Δρ. Δημήτρης Σακελλαρίου, ερευνητής του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), ο οποίος ειδικεύεται στην Τεκτονική/Θαλάσσια Γεωλογία.
«Υποθαλάσσιες κατολισθήσεις έχουν γίνει πολλές φορές στους βυθούς των ελληνικών θαλασσών και θα συνεχίσουν να γίνονται και μέλλον. Πολλές από αυτές έχουν προκαλέσει και θα προκαλέσουν μικρά, μεγαλύτερα ή ακόμη και καταστροφικά τσουνάμι. Περιοχές όπως ο Κορινθιακός Κόλπος, το Βόρειο Αιγαίο, το Νότιο Αιγαίο, ιδιαίτερα η περιοχή Σαντορίνης-Αμοργού, καθώς και τα νησιά του Ελληνικού Τόξου -Ιόνιο, Κρήτη, Ρόδος- έχουν πληγεί κατ’ επανάληψη στο παρελθόν από μεγάλα ή και καταστροφικά τσουνάμι και έχουν αυξημένη επικινδυνότητα λόγω της υψηλής σεισμικότητάς τους», αναφέρει χαρακτηριστικά ο ερευνητής.
Γι’ αυτό, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι αναγκαίος «ο σχεδιασμός μιας εθνικής ερευνητικής πολιτικής και η αντίστοιχη χρηματοδότηση της συστηματικής έρευνας και χαρτογράφησης του βυθού των ελληνικών θαλασσών για την εκτίμηση των υποθαλάσσιων γεωκινδύνων, όπως οι κατολισθήσεις, οι σεισμοί και τα τσουνάμι».
Η γεωλογική ιστορία ολόκληρης της Μεσογείου, όπως τονίζει ο κ. Σακελλαρίου, έχει μικρές και μεγάλες υποθαλάσσιες κατολισθήσεις, με αρκετές να έχουν προκαλέσει ακόμη και καταστροφικά τσουνάμι.
«Η Ανατολική Μεσόγειος και ιδιαίτερα οι ελληνικές θάλασσες, το Αιγαίο και το Ιόνιο Πέλαγος, έχουν πληγεί πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν από μεγάλα και καταστροφικά τσουνάμι που έχουν προκαλέσει πολλά θύματα. Τα περισσότερα πιθανολογείται ότι προκλήθηκαν από υποθαλάσσιες κατολισθήσεις», σύμφωνα με τον επιστήμονα.
Οι μέχρι τώρα έρευνες, όπως αναφέρει ο κ. Σακελλαρίου, δείχνουν ότι «στις ελληνικές θάλασσες συνυπάρχουν και οι τρεις βασικές παράμετροι που χρειάζονται για να εκδηλωθούν κατολισθήσεις: Υποθαλάσσιες πλαγιές, έντονη σεισμικότητα και πολλά ενεργά υποθαλάσσια ρήγματα, καθώς επίσης απόθεση ιζημάτων με ασταθή ισορροπία στις υποθαλάσσιες πλαγιές».
Ενεργά ρήγματα και κατολισθήσεις στις ελληνικές θάλασσες
Ο βυθός των ελληνικών θαλασσών χαρακτηρίζεται από υποθαλάσσιες πλαγιές με μεγάλες κλίσεις, οι οποίες αρχίζουν από βάθη λίγων δεκάδων ή εκατοντάδων μέτρων και φτάνουν σε βάθη μέχρι 1.600 μέτρων στο Βόρειο Αιγαίο, 2.400 μέτρων στο Νότιο Αιγαίο και μεταξύ 3.000 και 5.000 μέτρων στο Ιόνιο Πέλαγος, νότια από την Κρήτη και ανατολικά από την Ρόδο.
Βεβαρημένο ιστορικό
Όπως επισημαίνει ο κ. Σακελλαρίου, στο παρελθόν «πολλές από τις κατολισθήσεις στην Ελλάδα έγιναν χωρίς να έχει προηγηθεί σεισμική δόνηση ή ηφαιστειακή έκρηξη, εντελώς απρόσμενα και απροσδόκητα».
Ο καθηγητής αναφέρει ως χαρακτηριστικά παραδείγματα τα εξής: Τον Μάρτιο 2002 ένα μικρό τσουνάμι πλημμύρισε τη βόρεια πλευρά της Ρόδου. Δεν υπήρξαν θύματα. Το Φεβρουάριο 1963 μια κατολίσθηση στις εκβολές του ποταμού Μεγανείτη στον δυτικό Κορινθιακό Κόλπο προκάλεσε ισχυρό τσουνάμι με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο άτομα και να τραυματιστούν άλλοι 12 στην περιοχή μεταξύ των χωριών Λαμπίρι και Λόγγος. Παρόμοιο τσουνάμι, αλλά χωρίς θύματα σημειώθηκε στις ακτές του Αιγίου την 1η Ιανουαρίου του 1996.
Μορφολογία του βυθού στο Αιγαίο και το Ιόνιο
«Δεν προκαλούν τσουνάμι όλες οι υποθαλάσσιες κατολισθήσεις», εξηγεί ο κ. Σακελλαρίου. «Μόνο αυτές που γίνονται σε σχετικά μικρά βάθη θάλασσας, συνήθως μικρότερα από 1.000 μέτρα βάθος, αυτές που έχουν έναν αρκετά μεγάλο όγκο, συνήθως μεγαλύτερο από ένα κυβικό χιλιόμετρο, καθώς και αυτές που εκδηλώνονται με μεγάλη ταχύτητα ολίσθησης».
«Η αλήθεια είναι ότι η επιστημονική κοινότητα δεν έχει ακόμη όλες τις απαντήσεις για τον ακριβή μηχανισμό που εκδηλώνεται μια υποθαλάσσια κατολίσθηση με ή χωρίς σεισμική δόνηση, ούτε για το πώς ακριβώς θα δημιουργηθεί και θα διαδοθεί το πιθανό τσουνάμι», αναφέρει.
Η λεπτομερής χαρτογράφηση του βυθού με σύγχρονες τεχνικές θαλάσσιας-υποθαλάσσιας έρευνας είναι το πρώτο και απαραίτητο βήμα για τον εντοπισμό των περιοχών όπου είναι πιθανό να εκδηλωθεί υποθαλάσσια κατολίσθηση. Η συνεργασία θαλάσσιας γεωλογίας-γεωφυσικής και σεισμολογίας θεωρείται σημαντική για να εκτιμηθεί η επικινδυνότητα των πιθανών περιοχών σε συνδυασμό με την σεισμικότητα. Με τη συμβολή των μαθηματικών προσομοιώσεων (μοντέλων) θα είναι η δυνατή η επεξεργασία σεναρίων δημιουργίας και διάδοσης των πιθανών τσουνάμι με βάση πραγματικά δεδομένα.
«Έχοντας την παραπάνω γνώση, θα είναι δυνατός ο σχεδιασμός ενός αξιόπιστου συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης», σημειώνει ο κ. Σακελλαρίου.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ