Οι 18 ημέρες φόβου του συντάκτη.
Τις 18 πιο δύσκολες ημέρες της ζωής του περιέγραψε σε μία ανάρτηση που έγινε viral ο Δημήτρης Σιδηρόπουλος, ξεκινώντας από το πρώτο σύμπτωμα και φτάνοντας μέχρι τον μακρύ δρόμο της αποκατάστασης. Η μακροσκελής ανάρτησή του θύμισε ημερολόγιο και οι περιγραφές του μέρα με τη μέρα συγκλονίζουν.
«Όλα ξεκίνησαν την Τρίτη, 10 Νοεμβρίου, με έντονο πονοκέφαλο για να εξελιχθεί στη συνέχεια σε πονοκέφαλο με πυρετό. Καθώς κάθε μέρα συνήθιζα να πηγαίνω για τρέξιμο δεν έδωσα αρχικά σημασία, θα μπορούσε να είναι ιγμορίτιδα ή κάποιο απλό κρύωμα, από τα πολλά που κυκλοφορούν.
Πέμπτη – Παρασκευή 12-13 Νοεμβρίου
Πέμπτη ο πυρετός επέμενε, Παρασκευή έχασα γεύση και όσφρηση. Τα αντίστοιχα συμπτώματα του αδελφού μου έδωσαν το στίγμα, μάλλον επρόκειτο για κορωνοϊό.
Σαββατοκύριακο 14-15 Νοεμβρίου
ΟΚ, πυρετός, δεν έγινε κάτι, τα αντιπυρετικά είναι καλά, αντιβιώσεις, αλλά φτάνει το Σαββατοκύριακο 14-15.11 και δεν λέει να περάσει η κατάσταση, ούτε για λίγο.
Δευτέρα 16 Νοεμβρίου
Από Δευτέρα 16 Νοεμβρίου ξεκινάω δεξαμεθαζόνη, για να προλάβουμε την πνευμονία, παρότι ως τότε δεν έχει δώσει συμπτώματα. Δεν ένιωθα πόνο, βήχα ή κάτι άλλο.
Τετάρτη-Πέμπτη 18-19 Νοεμβρίου
Τετάρτη εμφανίζεται η δύσπνοια, πόνος στο διάφραγμα, το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ κι έτσι τα χαράματα της Πέμπτης 19.11 πήγα στα ΤΕΠ COVID του νοσοκομείου της Κατερίνης. Μου έκαναν ακτινογραφία, αιματολογικές και με έστειλαν για PCR. Η ακτινογραφία ήταν ένα σοκ, μιας και έδειξε πνευμονία και στους δύο πνεύμονες, με οξεία φλεγμονή στις αιματολογικές.
Οι γιατροί μου σύστησαν ξεκούραση, έδωσαν αγωγή και έτσι έφυγα για το σπίτι. So far so good. Όμως το βράδυ της Πέμπτης (χαράματα Παρασκευής) ξυπνάω για να πιω λίγο νερό και νιώθω την αναπνοή μου να με αφήνει. Πέρασα τις ώρες αγωνίας ως το πρωί σε μια πολυθρόνα προσπαθώντας να αναπνεύσω, με τον κορεσμό μου οριακά πάνω από το 90, να φλερτάρει με το 88-89.
Παρασκευή 20 Νοεμβρίου
Η Παρασκευή κύλησε κάπως καλύτερα, μέχρι που έφτασε το βράδυ (αλλά αυτή τη φορά από τις 22:00) με τα ίδια ακριβώς συμπτώματα και το οξυγόνο σπάνια να ανεβαίνει στο 90.
Δίχως να κοιμηθώ το βράδυ από το φόβο, την ταχύπνοια, το Σάββατο το πρωί ετοιμάστηκα να πάω στο νοσοκομείο, ενώ παράλληλα χτύπησε και το τηλέφωνο που με ενημέρωνε πως ήμουν θετικός στον κορονοϊό. Φυσικά δεν ήταν έκπληξη, κι οι γιατροί μου το είχαν πει άλλωστε ότι αυτό ήταν 100% σίγουρο.
Με πολύ κόπο ντύθηκα με πήγα στο νοσοκομείο. Σχεδόν αμέσως με έβαλαν στα Επείγοντα-COVID, σύνδεση στο μόνιτορ, οξυγόνο, αίμα, ένεση Apotel και επιτήρηση. Με το που πέρασα την πόρτα τον Επειγόντων είδα ένα πρωτόγνωρο θέαμα, γεμάτα όλα τα κρεβάτια, νοσηλευτές και γιατροί να τρέχουν, χαμός. Δεν είναι ότι δεν είχα ξαναβρεθεί σε νοσοκομείο – τουλάχιστον όχι για μένα – όμως ήταν κάτι διαφορετικό, το ένιωθες με τις στολές, τις φωνές, την αγωνία. Το οξυγόνο μου ήταν κακό και το καταλάβαινα. Με το ζόρι μου έβαλαν φορητό για να με πάνε για ακτινογραφία, όπου έδειξε αυτά που γνώριζαν για την πνευμονία-COVID. Ως το μεσημέρι είχε τόσο ασφυκτικά γεμίσει ο χώρος των ΤΕΠ, ώστε έψαχναν εναγωνίως κρεβάτια, ήδη ήταν μεσημέρι και υπολόγιζαν για 12 εισαγωγές.
Σάββατο 21 Νοεμβρίου
Το Σάββατο 21 Νοεμβρίου ήταν μια πολυάσχολη μέρα… Τελικά, τα πολυπόθητα κρεβάτια βρέθηκαν κι έτσι πήγα στο επίπεδο-1, πρώην πτέρυγα AIDS.
Με το με βάζουν στο κρεβάτι το οξυγόνο πέφτει, αυξάνεται το άγχος, πια δεν μπορώ να κάνω βήμα ούτε ως το μπάνιο να πάω. Προσπαθώ να σκύψω να πιάσω το μαξιλάρι και η ανάσα μου κόβεται. Το απόγευμα και το βράδυ πέρασαν με μεγάλο φόβο, έσφιγγα στο χέρι μου το κουμπί του συναγερμού, το ρίγος ήταν απίστευτο.
Οι σκέψεις φυσικά ήταν όλες μαύρες, δεν ντρέπομαι να το γράψω, φοβήθηκα ότι δεν θα ξαναδώ το σπίτι μου, Αλήθεια. Σκεφτόμουν ότι τόσος κόπος διαβάζοντας, γράφοντας, όλα θα πήγαιναν χαμένο, προσωπικό χρόνος που επενδύθηκε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Δεν ξέρω εάν είναι χαζό ή λογικό, νομίζω τίποτε λογικό δεν μπορεί να συμβεί όταν είσαι μόνος σε ένα θάλαμο συνδεδεμένος με ορούς, οξυγόνο και ενέσεις τη μία πίσω από την άλλη. Το Σάββατο βράδυ έφτασα κοντά στη διασωλήνωση.
Κυριακή 22 Νοεμβρίου
Το πρωί της Κυριακής ένιωσα αρχικά λίγο καλύτερα, άυπνος και φοβισμένος, αλλά σύντομα το οξυγόνο κατέρρευσε, αναγκάζοντας τους γιατρούς να μου βάλουν την πιο ισχυρή μάσκα που είχαν και άρον άρον μου βρήκαν δωμάτιο στον 3ο όροφο και την πτέρυγα COVID. Για όλη την Κυριακή δεν είχα διαφύγει τη διασωλήνωση, εφόσον το οξυγόνο έμενε χαμηλά, αν και ήταν κάτι που φοβόμουν αλλά δεν ήξερα (το έμαθα μετά το εξιτήριο).
Δευτέρα 23 Νοεμβρίου
Η Κυριακή ήταν μια αρκετά σκληρή μέρα, το ίδιο και η Δευτέρα.
Δίπλα μου γηραιός κύριος 76 ετών διασωληνώθηκε τα χαράματα της Δευτέρας προς Τρίτη, μια διαδικασία επίπονη να την ακούς, όλη η αγωνία των γιατρών και η προσπάθειά τους να τον κρατήσουν στη ζωή. Ο θάλαμος έμεινε με εμένα μόνο γύρω στις 03:00, αλλά στις 05:30 ήρθε νέος ασθενής, λίγο μεγαλύτερος ηλικιακά από μένα, αλλά σε κακή κατάσταση, ισχυρός πυρετός δύσπνοια και όλα τα συναφή. Πονούσε, δεν μπορούσε να αναπνεύσει, χάλια όλα, κι αυτό δεν βοηθούσε την ψυχολογία μου να ανέβει ιδιαίτερα.
Να σημειώσω εδώ ότι δεν μπορούσα ούτε να σηκωθώ στο κρεβάτι, ούτε να κινηθώ, δεν έτρωγα, δεν είχα διάθεση να πιω ούτε νερό, πονούσα αφόρητα και κάθε σκέψη και μόνο ήταν δύσκολη, ώστε οι γιατροί μου έβαλαν καθετήρα. Δεν υπήρχε άλλη λύση, ο πόνος του καθετήρα δεν ήταν τίποτε μπροστά στα υπόλοιπα σενάρια.
Τρίτη 24 Νοεμβρίου
Μετά την Τρίτη η κατάσταση κάπως εξομαλύνθηκε. Τρίτη απόγευμα μου άλλαξαν μάσκα σε κάπως πιο ελαφριά, αφού σιγά σιγά το οξυγόνο πήγαινε καλύτερα. Ήμουν πια απύρετος, η όσφρηση και η γεύση επανήλθαν, είχα πια όρεξη να φάω ό,τι μου έφερναν οι νοσοκόμες. Προσπαθούσα να μην διαβάζω ειδήσεις, και σίγουρα όχι σχετικά με τον κορονοϊό αν και ήταν μάλλον αδύνατο να αποφύγει κανείς τέτοια πράγματα καθώς σκρολάρει το κινητό του.
Φόβος, θάνατος, αγωνία, διασωληνωμένοι, και τα πράγματα στην Πιερία δεν πήγαιναν (και εξακολουθούν να μην πηγαίνουν) καλά. Πρώτη φορά την Πέμπτη μάζεψα λίγες δυνάμεις και ανασηκώθηκα στο κρεβάτι, κατάφερα να δω έξω από το παράθυρο, ως τότε έβλεπα λίγο ψηλά τον ουρανό όπως ήμουν σε οριζόντια θέση. Έκανα λίγα βήματα με τον καθετήρα και το οξυγόνο.
Παρασκευή 27 Νοεμβρίου
Όταν οι γιατροί την Παρασκευή το μεσημέρι με εξέτασαν και μου είπαν ότι θα μπορούσα να πάω σπίτι μου, με συμπυκνωτή οξυγόνου, ήθελα να κλάψω από χαρά, αλλά παράλληλα σκεφτόμουν: μπορώ να σηκωθώ; μπορώ να περπατήσω; θα έχω οξυγόνο; Το απόγευμα, αφού έγιναν οι διαδικασίες που απαιτούνταν για τα χαρτιά, μου έβγαλαν τον καθετήρα, και έπρεπε να ντυθώ, να ετοιμαστώ, επιστράτευσα όλο το οξυγόνο που είχα για να τα καταφέρω, ενώ οι αρθρώσεις μου πονούσαν από την πολυήμερη κατάκλιση, κάθε κίνηση ήταν πολύ δύσκολη. Όμως ήμουν αποφασισμένος να φύγω όρθιος από εκεί μέσα, όχι σε καρέκλα, όχι υποβασταζόμενος. Και το κατάφερα. Όταν ανέπνευσα τον αέρα έξω από το κτίριο του νοσοκομείου ήταν σα να ξαναγεννήθηκα, τόση ήταν η χαρά.
Όταν βρέθηκα στο σπίτι μου φυσικά δεν περιγράφεται το συναίσθημα, εντάξει μιλάμε έσπευσα να κάνω ένα μπάνιο να φύγει από πάνω μου η αίσθηση του νοσοκομείου. Κοιμήθηκα για πρώτη φορά δίχως να ακούω τον ήχο από τα μόνιτορ, όλα αυτά, και ήταν σχεδόν απίστευτο. Αφού ξυπνούσα μέσα στο βράδυ και κάθε τρεις και λίγο ξυπνούσα για να συνειδητοποιήσω ότι δεν ήμουν στο θάλαμο, αλλά στο σπίτι μου.
Τώρα υπάρχει ο μακρός δρόμος της αποκατάστασης, μέχρι να επανέλθουν τα πνευμόνια μου, αλλά είμαι σίγουρος ότι τα δύσκολα πέρασαν. Σύντομα (?) θα είναι μια κακή ανάμνηση, μια εμπειρία…
Και λίγα λόγια για το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό: οι άνθρωποι αυτοί είναι οι ήρωες της εποχής μας, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία. 24/7 εκεί, στις επάλξεις, με μισθούς που σε μεγάλο βαθμό είναι κατώτεροι των υπηρεσιών του, με μόνο τους μέλημα το να κάνουν τη νοσηλεία των ασθενών όσο πιο άνετη γίνεται. Αντιμετωπίζοντας τους φόβους, τις ιδιαιτερότητες του κάθε ενός και της κάθε μιας, βλέποντας το θάνατο τριγύρω και να πρέπει κάθε βράδυ μετά από μια δύσκολη βάρδια να γυρίσουν σπίτια και στις οικογένειές τους. Υπόκλιση. Χρέος του κράτους είναι να στηρίξει και να ενισχύσει το ΕΣΥ, ασχέτως της διάρκειας της πανδημίας. Ο κόσμος πάντα θα υποφέρει από προβλήματα υγείας, όμως ένα κράτος που έχει στο επίκεντρο τον πολίτη του, οφείλει να του παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες δημόσιας υγείας, κι εγώ προσωπικά το ένιωσα στο νοσοκομείο μας.
Αυτές ήταν μερικές σκέψεις, ξέρω ότι είναι κουραστική η ανάγνωση αλλά σίγουρα σε κάποιους μπορεί να φανούν χρήσιμες.
Υγεία, το πιο σημαντικό πράγμα, όλα τα άλλα με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έρχονται».