Πώς συνδέονται τα νέα κρούσματα με τις θρησκευτικές τελετές.
Στο επίκεντρο του κορωνοϊού είναι και πάλι η Ξάνθη. Η ακριτική πόλη ήταν από εκείνες που επλήγησαν κατά το πρώτο κύμα του ιού ενώ αρκετές περιοχές μπήκαν σε καραντίνα λόγω του μεγάλου επιδημιολογικού φορτίου.
Όπως έχει ειπωθεί πολλάκις, οι περιορισμοί που θα ισχύουν από εδώ και πέρα θα είναι τοπικοί. Σε καραντίνα έχει τεθεί στον Εχίνο Ξάνθης από την περασμένη Πέμπτη ενώ το βράδυ της Τρίτης αποφασίστηκε η επιβολή μέτρων στον δήμο Ιάσμου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ, το επιδημιολογικό φορτίο στις περιοχές αυτές είναι ιδιαίτερα υψηλό. Από τη μέρα που ξεκίνησαν και πάλι οι γραπτές ανακοινώσεις μέχρι και σήμερα το 40% των κρουσμάτων που έχουν γνωστοποιηθεί έχουν εντοπιστεί στις περιοχές της Ξάνθης.
Ακόμη οι θάνατοι που έχουν καταγραφεί αφορούν κατοίκους των ακριτικών περιοχών. «Αυτό που βλέπουμε τις τελευταίες δυο τρεις ημέρες στη Θράκη, εκτυλισσόταν από τις αρχές του Ιουνίου, αθόρυβα και χωρίς να είναι ορατό. Όπως έχουμε πει πολλές φορές, αυτό γίνεται με τον κορωνοϊό, όταν δεν τηρούνται τα μέτρα απόστασης, προστασίας και υγιεινής. Για αυτό επιμένουμε στα μέτρα και ακουγόμαστε ίσως υπερβολικοί» λέει στο protothema.gr, ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθήνας, κ. Νικόλαος Σύψας.
Σύμφωνα με όσα έρχονται στο φως της δημοσιότητας η τέλεση των θρησκευτικών καθηκόντων των μουσουλμάνων της περιοχής έφερε αυτή την έξαρση. Οι κάτοικοι δεν επισκέπτονταν τα τζαμιά καθώς ήταν κλειστά στο πλαίσιο του περιορισμού του κορωνοϊού, αλλά ασκούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα σε σπίτια συγγενών τους.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο ιός να εξαπλώνεται και με ταχύτατους ρυθμούς και να μολύνει δεκάδες ανθρώπους. Το γεγονός ότι οικογένειες, πολυπληθείς και ευρείες, με άτομα όλων των ηλικιών, διαβιούν μαζί, μετέτρεψε τις οικίες και την οικογενειακή ζωή σε σημεία με «κλειστούς πληθυσμούς» όπου η μεταδοτικότητα του κορωνοϊού γινόταν πολύ γρήγορα και εύκολα.