Ειδικότερα, οι ασθενείς, που έχουν γεννηθεί μεταξύ 1945 και 1980, είναι μέλη του γενικού πληθυσμού χωρίς ωστόσο να ανήκουν σε κάποια ομάδα υψηλού κινδύνου όπως οι χρήστες ναρκωτικών αλλά γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε μία εποχή που η συγκεκριμένη νόσος δεν ήταν γνωστή και δεν λαμβάνονταν μέτρα πρόληψής της.
Έτσι, οι περισσότεροι πιθανότατα να έχουν εκτεθεί στον ιό εδώ και πολλά χρόνια χωρίς ωστόσο να εμφανίζουν συμπτώματα, αγνοώντας παντελώς την κατάστασή τους με τη χρόνια φλεγμονή που χαρακτηρίζει την ηπατίτιδα να καταστρέφει σιγά-σιγά το ήπαρ τους. Το επακόλουθο για το τουλάχιστον 25-30% από αυτούς είναι ότι τελικά θα αναπτύξουν κίρρωση του ήπατος. Ή πάλι μπορεί να την έχουν ήδη αναπτύξει. Όμως ούτε κι αυτό είναι σίγουρο ότι το ξέρουν, διότι και η κίρρωση μπορεί για κάποια χρόνια να είναι ασυμπτωματική ενώ το 3-4% θα εκδηλώσουν καρκίνο του ήπατος.
Τα καλά νέα είναι ότι με ειδική εξέταση αίματος μπορούν εύκολα να μάθουν αν πάσχουν από τη νόσο και ότι πλέον υπάρχουν αποτελεσματικές θεραπείες. Τα άσχημα νέα, όμως, είναι ότι δεν εξετάζονται, αφού αγνοούν τον κίνδυνο που διατρέχουν.
Γι’ αυτό τον λόγο, οι επιστήμονες από την Ελληνική Εταιρεία Μελέτης Ήπατος (ΕΕΜΗ) και την Επιτροπή Υλοποίησης και Παρακολούθησης του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Εξάλειψη της Ηπατίτιδας C, κάνουν έκκληση προς όποιον έχει γεννηθεί μεταξύ 1945 και 1980 να πάει σήμερα κιόλας να εξεταστεί. «Στη χώρα μας υπολογίζουμε ότι ζουν περίπου 100.000 άτομα με ηπατίτιδα C, αλλά το τουλάχιστον 75% δεν το γνωρίζουν», λέει ο καθηγητής Παθολογίας-Γαστρεντερολογίας Γεώργιος Παπαθεοδωρίδης, συντονιστής της Επιτροπής. «Είναι απολύτως αναγκαίο να αυξήσουμε την διάγνωση. Κινδυνεύουν χιλιάδες ζωές και δεν το ξέρουν.Είναι πραγματικά κρίμα, αν αναλογιστεί κανείς ότι υπάρχουν πλέον θεραπείες που μπορούν να τους απαλλάξουν οριστικά από τον επικίνδυνο ιό».
Σε μια προσπάθεια να επιταχύνουν την αναζήτησή τους, οι επιστήμονες της ΕΕΜΗ και της Επιτροπής επιστράτευσαν την ΗΔΙΚΑ. Από τον Φεβρουάριο του 2019, κάθε φορά που ένας γιατρός ετοιμάζει ιατρική συνταγή σε άτομο γεννημένο την περίοδο 1945-1980, ενεργοποιείται στο κομπιούτερ του αυτόματη ειδοποίηση ελέγχου για την ηπατίτιδα C. Και πάλι, όμως, είναι στη διακριτική ευχέρεια του γιατρού αν θα συστήσει την εξέταση. Επομένως και οι ίδιοι οι πολίτες πρέπει να είναι ενημερωμένοι, ώστε να ζητούν να εξεταστούν.
Όπως εξηγεί ο κ. Παπαθεοδωρίδης, πολύς κόσμος θεωρεί την ηπατίτιδα C νόσο των χρηστών ναρκωτικών ή των περιθωριακών ομάδων. «Αυτό είναι ένας τεράστιος μύθος που εμποδίζει τη διάγνωση. Γι’ αυτό έχουμε 75.000 φορείς που τους ψάχνουμε και δεν τους βρίσκουμε», τονίζει.
«Οι περισσότεροι φορείς (πάνω από το 60%, σύμφωνα με επιδημιολογικές μελέτες) δεν είναι χρήστες, αλλά άτομα του γενικού πληθυσμού».
Τα άτομα αυτά γεννήθηκαν σε εποχή όπου δεν υπήρχαν καλές νοσηλευτικές και ιατρικές πρακτικές. Έτσι, η λοίμωξη με τον ιό της ηπατίτιδας C ήταν αρκετά εύκολη. Το αίμα των αιμοδοτών, λ.χ., άρχισε να ελέγχεται για ηπατίτιδα C το 1992. Επομένως, αν κάποιος είχε υποβληθεί σε μετάγγιση αίματος πριν από εκείνη τη χρονιά, μπορεί να είχε μολυνθεί από τον ιό HCV. Το ίδιο ισχύει και για ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε μεταμόσχευση οργάνων ή είχαν έρθει καθ’ οιονδήποτε τρόπο σε επαφή με μολυσμένο αίμα.
Στην πραγματικότητα, εκτός από όσους έχουν γεννηθεί μεταξύ 1945 και 1980, ο προληπτικός έλεγχος είναι απαραίτητος και για τις εξής πληθυσμιακές ομάδες ανεξάρτητα από την ηλικία τους:
Σε όσους έχουν αυξημένες τρανσαμινάσες στις αναλύσεις αίματος. Οι τρανσαμινάσες είναι ένζυμα του ήπατος. Τα επίπεδά τους αυξάνονται όταν υπάρχει καταστροφή των ηπατικών κυττάρων. Στις αναλύσεις αίματος αναφέρονται ως SGOT (ή AST) και SGPT (ή ALT).
Σε όσους έχουν υποβληθεί σε μεταγγίσεις αίματος ή παραγώγων του ή σε μεταμόσχευση οργάνου πριν το 1992
Σε όσους έχουν υποβληθεί ή υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση με τεχνητό νεφρό
Σε όσους έχουν εκτεθεί σε δυνητικά μολυσμένα ιατρικά ή παραϊατρικά εργαλεία
Στους ερωτικούς συντρόφους ατόμων με ηπατίτιδα C
Στα άτομα με πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους
Στα παιδιά μητέρων με ηπατίτιδα C
Στους πρώην και νυν (ενεργούς) χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών
Σημειώνεται ότι, με εξαίρεση την αιμοδοσία, ο προληπτικός έλεγχος για ηπατίτιδα C δεν είναι υποχρεωτικός.
«Η αιμοδοσία είναι μια πολύ ειδική περίπτωση. Θεωρητικώς οι αιμοδότες ενημερώνονται πάντοτε αν υπάρξει παθολογικό εύρημα, αλλά στην πράξη υπάρχουν πολλά εμπόδια», εξηγεί ο κ. Παπαθεοδωρίδης. «Μπορεί, π.χ., να μην κατορθώσει η Αιμοδοσία να επικοινωνήσει μαζί τους. Ή μπορεί κάποιος να έδωσε ανώνυμα αίμα σε μία και μοναδική έκτακτη ανάγκη».
Με πληροφορίες από iatropedia