Η τύχη του διαζυγίου του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕE κρίνεται σήμερα στη Βουλή των Κοινοτήτων.
Η τύχη του Brexit κρέμεται από την ψηφοφορία που θα διεξαχθεί απόψε στη Βουλή των Κοινοτήτων, όπου θα εγκριθεί ή θα απορριφθεί η συμφωνία για το διαζύγιο που κλείστηκε ανάμεσα στο Λονδίνο και τις Βρυξέλλες, ενώ απομένουν πλέον λιγότεροι από δυόμισι μήνες μέχρι την ημέρα που προβλέπεται το Ηνωμένο Βασίλειο να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αν οι βρετανοί κοινοβουλευτικοί εγκρίνουν το κείμενο της πολιτικής διακήρυξης, το Μπρέξιτ θα γίνει πραγματικότητα την 29η Μαρτίου στις 23:00 (στη 01:00 της 30ής Μαρτίου ώρα Ελλάδας) και τα δύο μέρη θα μπορέσουν να αρχίσουν να συζητούν για τη μελλοντική τους σχέση και το εμπόριο έπειτα από μια μεταβατική περίοδο που θέλουν να διαρκέσει ως τα τέλη του 2020, για να εξομαλυνθεί ο χωρισμός έπειτα από 40 χρόνια γάμου.
Αν όμως – και αυτό κατά τους αναλυτές είναι το πιθανότερο – η συμφωνία καταψηφιστεί από τη Βουλή των Κοινοτήτων, η χώρα θα εισέλθει σε «αχαρτογράφητη περιοχή», προειδοποίησε η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι, επισημαίνοντας πως εντείνεται ο κίνδυνος να υπάρξει χαοτική έξοδος χωρίς συμφωνία, ή ακόμη και η χώρα να παραμείνει στην ΕΕ.
Η ψηφοφορία, που προβλέπεται να αρχίσει περί τις 21:00 ώρα Ελλάδος, θα τερματίσει μια περίοδο ατέρμονων αντεγκλήσεων και διαπραγματεύσεων στους κόλπους της βρετανικής πολιτικής τάξης. Ο διχασμός και το αδιέξοδο κυριάρχησε όλη αυτή την περίοδο ανάμεσα στους οπαδούς της καθαρής ρήξης και εκείνους που προτιμούν αντιθέτως τη διατήρηση στενών δεσμών με την ΕΕ.
Αν και αρχικά προβλεπόταν να γίνει τον Δεκέμβριο, η σημερινή ψηφοφορία αναβλήθηκε την τελευταία στιγμή από τη Μέι, για να αποφύγει μια συντριπτική ήττα που παραδέχθηκε πως ήταν βέβαιη και να της δοθεί χρόνος να ζήσει περαιτέρω «εγγυήσεις» από τους ευρωπαίους ηγέτες, κάτι που ήλπιζε πως θα έπειθε τα μέλη της Βουλής των Κοινοτήτων να εγκρίνουν τη συμφωνία που έκλεισε με την ΕΕ.
Χθες Δευτέρα η Ντάουνινγκ Στριτ έδωσε στη δημοσιότητα μια επιστολή υπογεγραμμένη από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ και τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, με την οποία τονίζουν πως η ΕΕ «δεν επιθυμεί» ο αμφιλεγόμενος «μηχανισμός ασφαλείας», ή backstop στο ιδιόλεκτο της διαπραγμάτευσης, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία «σκληρών» συνόρων με την Ιρλανδία, να τεθεί σε ισχύ, καθώς και πως ακόμη κι αν τεθεί σε ισχύ, θα φροντίσουν αυτό να είναι «μόνο προσωρινό».
Αλλά οι ευρωπαϊκές διαβεβαιώσεις δεν πείθουν. «Δεν υπάρχει τίποτε καινούργιο, τίποτε δεν άλλαξε», κατήγγειλε ο Νάιτζελ Ντοντς, βουλευτής του βορειοϊρλανδικού υπερσυντηρητικού Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος (DUP), από τις 10 έδρες του οποίου εξαρτάται η Μέι για να εξασφαλίσει απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή των Κοινοτήτων.
Η επιστολή «δεν προσφέρει τις νομικές εγγυήσεις για τις οποίες είχαν δοθεί υποσχέσεις σε αυτή την αίθουσα», έκρινε από την πλευρά του ο αρχηγός των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν, που διαπίστωσε πως το κείμενο είναι «ακριβώς ίδιο» με εκείνο που υπεβλήθη τον Δεκέμβριο.
Την ίδια άποψη μοιράζονται οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες και οι σκοτσέζοι εθνικιστές του SNP.
Στους κόλπους της συμπολίτευσης, των Τόρις της Μέι, οι εκκλήσεις να απορριφθεί η συμφωνία πολλαπλασιάζονται: ακόμα και για τον ίδιο τον υπουργό Μπρέξιτ, τον Ντόμινικ Ράαμπ, «ο μοναδικός τρόπος να εξασφαλίσουμε τροποποίηση της συμφωνίας για την αποχώρηση, μέσω διαπραγματεύσεων, είναι να απορρίψουμε την τρέχουσα συμφωνία», που κατ’ αυτόν είναι «δεύτερης ποιότητας».