Με αφορμή την δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, η πάλαι ποτέ εσωτερική συνοχή της αστυνομίας σε επίπεδο δημόσιου λόγου μοιάζει να διαρρηγνύεται.
Πριν μερικές μέρες, ενώ το ζήτημα της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου είχε ήδη εδραιωθεί ως κεντρικό στον δημόσιο διάλογο και ταυτόχρονα, οι συνεχόμενες αποκαλύψεις για τα δεδομένα του περιστατικού ερχόντουσαν η μια μετά την άλλη, ο Προέδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Αθηνών, Δημοσθένης Πάκος έδωσε μια τηλεοπτική συνέντευξη.
Ενώ το κοινωνικό κλίμα εκείνη τη στιγμή έμοιαζε να είναι καταδικαστικό για την αστυνομία όσον αφορά τα πεπραγμένα της κατά τη διάρκεια της σύλληψης του Ζακ Κωστόπουλου, ο Πάκος ακολούθησε την δοκιμασμένη συνταγή του ρητού «η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση». Αντί δηλαδή να επιχειρήσει να σχετικοποιήσει ή να αρνηθεί τις κατηγορίες περί αδικαιολόγητης αστυνομικής βαρβαρότητας, ακολούθησε τον δρόμο της υπεράσπισής τους. «Αυτή είναι η πρακτική της αστυνομίας και σε όποιον αρέσει», είπε χαρακτηριστικά με αποτέλεσμα μια νέα θύελλα δυσαρέσκειας να ξεσηκωθεί εναντίον του αστυνομικού σώματος.
Δεν είναι φυσικά πρωτόγνωρο φαινόμενο όλη αυτή η τσαμπουκαλεμένη αλληλεπίδραση ανάμεσα στην αστυνομία και μια πτυχή της κοινωνίας που είναι εξαγριωμένη με τις πρακτικές της. Μόνο τα τελευταία δέκα χρόνια, από την περίοδο μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου μέχρι την ομιχλώδη στάση των αστυνομικών που ήταν παρόντες στο μαχαίρωμα του Φύσσα και από τις άγριες συγκρούσεις στους δρόμους της Αθήνας κατά την περίοδο των πρώτων αντιμνημονιακών διαδηλώσεων μέχρι το πρόσφατο περιστατικό με τον Ζακ Κωστόπουλο, η συζήτηση αναφορικά με τις αστυνομικές πρακτικές επανέρχεται συστηματικά στο προσκήνιο. Και πάντα, τα εκατέρωθεν επιχειρήματα είναι στο περίπου τα ίδια: το «σε όποιον αρέσει» του Πάκου συνοψίζει στην πραγματικότητα τη μόνιμη θέση της αστυνομίας σε κάθε τέτοια συζήτηση.
Αρκεί άλλωστε να γνωρίζει κανείς υποτυπωδώς πως ακριβώς λειτουργεί ο κρατικός μηχανισμός για να ξέρει πως ορισμένα τμήματά του, όπως η αστυνομία, ο στρατός και η εκκλησία, λειτουργούν έχοντας εξασφαλισμένη μια σχετική αυτονομία από τα υπόλοιπα τμήματά του. Και η εσωτερική συνοχή της αστυνομίας κάθε φορά που μια μεγάλη συζήτηση ξεκινάει γύρω της είναι από τις πιο χαρακτηριστικές επιβεβαιώσεις αυτής της πραγματικότητας.
Τον τελευταίο ένα χρόνο ωστόσο, ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο έχει αρχίσει να ξεπηδά αργά και σταθερά από τις τάξεις της αστυνομίας: αυτή η τόσο αναγνωρίσιμη εσωτερική συνοχή της στα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την αμφισβήτηση της φυσιογνωμίας της διαρυγνύεται, φαινόμενα εσωτερικής αντιπολίτευσης όσον αφορά την επίσημη γραμμή της παρατηρούνται.
Η επονομαζόμενη «κίνηση αστυνομικών PASSPORT» πρόσφατα εξέδωσε μια μακροσκελή ανακοίνωση εναντίωσης στις δηλώσεις του Προέδρου των αστυνομικών, όπου μεταξύ άλλων αναφέρει: «Μας προκαλούν ντροπή οι δηλώσεις του Προέδρου της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Αθηνών, γιατί η λογική του «έτσι είναι και σε όποιον αρέσει», όταν αφορά παρωχημένες και αναχρονιστικές λογικές και πρακτικές, βάζει ταφόπλακα στη βούληση της κοινωνίας για ισονομία, δικαιοσύνη και είναι πέραν πάσης αμφισβήτησης αντιδημοκρατική, αφού θέτει το επάγγελμα μας και τη λειτουργία μας ως κρατικών λειτουργών, εκτός κοινωνικής λογοδοσίας».
Κατά πολλούς, οι εξεφρασμένες αντιλήψεις της εν λόγω ομαδοποίησης, οι οποίες έχουν να κάνουν με την συνεχόμενη έκφραση της προσδοκίας περί ενός αξιακού μετασχηματισμού των λογικών που επικρατούν στην αστυνομία, είναι αφελείς και η ίδια η φύση της ελληνικής αστυνομίας είναι τέτοια που δεν μπορεί να αλλάξει όσο θόρυβο και αν κάνει μια εσωτερική, ονειροπώλα στην ουσία της, μειοψηφία. Αυτό που στην πραγματικότητα ωστόσο πετυχαίνει η εν λόγω κίνηση είναι να προκαλεί επιπλέον πονοκεφάλους τόσο στην ηγεσία της αστυνομίας όσο και στο αρμόδιο υπουργείο που, βολεμένο πολλές φορές στην τυπική διαχείριση του αστυνομικού σώματος προκειμένου να μην ενοχλούνται τα πάνω πατώματα της ΓΑΔΑ, νιώθει μια επιπλέον πίεση για ουσιαστικές παρεμβάσεις.
Κατά πολλούς, η έκφραση αντιπολίτευσης μέσα στην αστυνομία είναι μια φούσκα που πολύ σύντομα θα ξεφουσκώσει και η ομοιογένεια στον δημόσιο λόγο θα επανέλθει υποκαθιστώντας την κανονικότητα. Κατά άλλους, ένας μεγάλος άβολος διάλογος μόλις ξεκινάει. Η αστυνομική ικανότητα να κρατιούνται τα του οίκου περιχαρακωμένα από τον υπόλοιπο δημόσιο διάλογο παραμένει αναμφισβήτητα σε υψηλά επίπεδα. Αλλά για τους προσεκτικούς παρατηρητές, η περίοδος μέχρι τις εκλογές θα είναι «καυτή».