
Οι νέες κυρώσεις εντάσσονται στο πλαίσιο της αυξημένης πίεσης που ασκεί η Ουάσιγκτον σε ευρωπαϊκές χώρες.
Οι διεθνείς αγορές πετρελαίου κατέγραψαν έντονη άνοδο στις πρώτες πρωινές συναλλαγές της Πέμπτης (23/10), καθώς οι νέες κυρώσεις των Ηνωμένων Πολιτειών σε βάρος των ρωσικών ομίλων Rosneft και Lukoil προκάλεσαν αναστάτωση σχετικά με την παγκόσμια προσφορά. Η αύξηση έφτασε περίπου το 3%.
Λίγο πριν από τις 03:45 ώρα Ελλάδας, το αμερικανικό αργό τύπου WTI ενισχυόταν κατά 2,87% και διαμορφωνόταν στα 60,18 δολάρια το βαρέλι, ενώ το Brent της Βόρειας Θάλασσας σημείωνε άνοδο 2,81%, φτάνοντας τα 64,35 δολάρια το βαρέλι.
Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε τις νέες κυρώσεις το βράδυ της Τετάρτης, κατηγορώντας τη Μόσχα για «έλλειψη σοβαρής δέσμευσης» στην προσπάθεια επίτευξης ειρήνης και τερματισμού του πολέμου στην Ουκρανία. Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, κάλεσε τους συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών «να ενωθούν μαζί μας και να υιοθετήσουν τις κυρώσεις αυτές».
Αναλυτές επισημαίνουν πως η κίνηση αυτή εξηγεί γιατί η Ουάσιγκτον προχώρησε στην αναπλήρωση των στρατηγικών της αποθεμάτων στις αρχές της εβδομάδας. Όπως παρατήρησε ο Κάιλ Ρόντα της Capital.com, «η κυβέρνηση (Τραμπ) εκτιμά ότι οι τιμές του πετρελαίου βρίσκονται σε επίπεδο επαρκώς χαμηλό ώστε να εφαρμοστούν πολιτικές οι οποίες θα μπορούσαν να προκαλέσουν αναταράξεις στην παγκόσμια προσφορά».
Η Ρωσία παραμένει ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός αργού πετρελαίου στον κόσμο, μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σαουδική Αραβία, συνεισφέροντας περίπου 11% της παγκόσμιας παραγωγής το προηγούμενο έτος.
Οι νέες κυρώσεις εντάσσονται στο πλαίσιο της αυξημένης πίεσης που ασκεί η Ουάσιγκτον σε ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και στην Ινδία και την Ιαπωνία, ώστε να σταματήσουν τις αγορές ρωσικής ενέργειας, με το επιχείρημα ότι τέτοιες συναλλαγές χρηματοδοτούν τον πόλεμο του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία.
«Μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες» στο στόχαστρο των ΗΠΑ
Ανακοινώνοντας τις κυρώσεις, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών τόνισε πως η απόφαση στρέφεται κατά των δύο σημαντικότερων ρωσικών πετρελαϊκών επιχειρήσεων, κατηγορώντας το Κρεμλίνο για «έλλειψη σοβαρής δέσμευσης σε μια ειρηνευτική διαδικασία για να τερματιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία».
«Με δεδομένη την άρνηση του Βλαντίμιρ Πούτιν να βάλει τέλος σε αυτόν τον παράλογο πόλεμο, το υπουργείο Οικονομικών (των ΗΠΑ) επιβάλλει κυρώσεις στις δυο μεγαλύτερες (ρωσικές) πετρελαϊκές εταιρείες, οι οποίες χρηματοδοτούν την πολεμική μηχανή του Κρεμλίνου», ανέφερε ο Μπέσεντ, προσθέτοντας ότι η Ουάσιγκτον είναι έτοιμη να «αναλάβει περαιτέρω δράση αν χρειάζεται» και επαναλαμβάνοντας την έκκληση «να ενωθούν μαζί μας και να υιοθετήσουν τις κυρώσεις αυτές».
Τραμπ: «Ελπίζουμε πως οι κυρώσεις δεν θα διαρκέσουν πολύ»
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξέφρασε την επιθυμία του οι νέες «τεράστιες» κυρώσεις να έχουν προσωρινό χαρακτήρα, εκφράζοντας παράλληλα την ελπίδα ότι θα συμβάλουν στον τερματισμό του πολέμου.
«Ελπίζουμε πως δεν θα διαρκέσουν πάρα πολύ. Ελπίζουμε πως ο πόλεμος θα τερματιστεί», δήλωσε ο Τραμπ από το Οβάλ Γραφείο, παρουσία του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε.
«Οι συζητήσεις με τον Πούτιν δεν πάνε πουθενά»
Σε ερώτηση δημοσιογράφων, ο Ντόναλντ Τραμπ παραδέχτηκε πως οι συνομιλίες του με τον Ρώσο πρόεδρο δεν έχουν αποφέρει απτά αποτελέσματα. «Κάθε φορά που μιλάω με τον Βλαντίμιρ, έχουμε καλές συζητήσεις, όμως κατόπιν δεν πάνε πουθενά», ανέφερε, υπογραμμίζοντας τη δυσκολία επίτευξης προόδου στις διπλωματικές προσπάθειες.
Παρά την αυστηρή στάση της Ουάσιγκτον, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Ρούμπιο διαβεβαίωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να επιδιώκουν επικοινωνία με τη ρωσική πλευρά, ακόμη και μετά την ακύρωση της προγραμματισμένης συνάντησης Τραμπ–Πούτιν στη Βουδαπέστη. «Επιθυμούμε πάντα να συναντηθούμε με τους Ρώσους», δήλωσε. «Ενδιαφερόμαστε πάντα για διάλογο εάν υπάρχει πιθανότητα να καταλήξουμε στην ειρήνη» στην Ουκρανία, πρόσθεσε.
Θετική αντίδραση από την ουκρανική διπλωματία
Η Όλγα Στεφανίσινα, χαιρέτισε την απόφαση των ΗΠΑ, υπογραμμίζοντας ότι η πίεση αποτελεί τη μοναδική αποτελεσματική στρατηγική έναντι της Μόσχας. «Η απόφαση αυτή ευθυγραμμίζεται πλήρως με την πάγια θέση της Ουκρανίας κατά την οποία η ειρήνη δεν μπορεί να εξασφαλιστεί παρά διά της ισχύος και της άσκησης μέγιστης πίεσης στον επιτιθέμενο και με τη βοήθεια όλων των διαθέσιμων διεθνών εργαλείων», ανέφερε μέσω X.