Φέτα όπως… χαβιάρι: Γιατί εκτοξεύεται έως και 100% προς τα πάνω η τιμή των γαλακτοκομικών στην Ελλάδα

Φέτα όπως... χαβιάρι: Γιατί εκτοξεύεται έως και 100% προς τα πάνω η τιμή των γαλακτοκομικών στην Ελλάδα

Οι ανατιμήσεις που γίνονται στο γάλα, αναμένεται να εκτοξεύσουν τις τιμές των τυροκομικών προϊόντων, τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις αναμένεται να δουν αύξηση μέχρι και 100%!

Προϊόντα ΠΟΠ, γαστρονομική πανδαισία και πυλώνας της αγροτικής παραγωγής, η ελληνική τυροκομία έχει χτυπηθεί αδυσώπητα τα τελευταία χρόνια και συνεχίζει να βάλλεται. Τα εγχώρια τυριά, είναι πλέον απλησίαστα για πολλά ελληνικά νοικοκυριά κι αυτό έχει αντίκτυπο και στην ελληνική κτηνοτροφία, καθώς μειώνεται ο τζίρος, εφόσον μειώνεται η ζήτηση.

Παρότι υπάρχει μια τάση τελευταία για συγκράτηση τιμών -πόσο να φτάσουν θα πει κανείς- έχει ανακοπεί η ανοδική πορεία, ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι γίνονται ξανά προσιτά τα γαλακτοκομικά προϊόντα, καθώς ως γνωστόν, στην αγορά ό,τι ανεβαίνει, σπανίως κατεβαίνει.

Οι ανατιμήσεις των τελευταίων ετών είναι εξωφρενικές, καθώς ένα κιλό φέτα από 10,9 το 2024 έφτασε να πωλείται στα 12,2 ευρώ φέτος. Κι αν η φέτα, που είναι το παραδοσιακό τυρί που δεν έλειπε σχεδόν ποτέ από το ελληνικό τραπέζι και το πλέον εξαγώγιμο, πλέον είναι δύσκολο να την προμηθεύεται κανείς σε ποσότητες που την αγόραζε προ πενταετίας, η γραβιέρα είναι απλησίαστη. Μόνο φέτος, η αύξησή της είναι τεράστια, καθώς έφτασε να πωλείται προς 19 ευρώ το κιλό, σε σχέση με τα 15 ευρώ που κόστιζε πέρυσι. Ίδια η κατάσταση και με το κασέρι, που πωλείται προς 19 ευρώ από τα 15 πέρυσι και η κεφαλογραβιέρα από τα 13,5 στα 18 ευρώ, αντίστοιχα.

Παρόμοιες είναι και οι ανατιμήσεις προς τα πάνω και στα υπόλοιπα τυροκομικά ευρείας κατανάλωσης, όπως το γκούντα (8,5 ευρώ από 7 το 2024), το ένταμ (9,5 ευρώ από 8) κι άλλα συναφή προϊόντα. Οι Έλληνες καταναλωτές λοιπόν αναγκάζονται να στραφούν σε φθηνότερα εισαγόμενα προϊόντα, πιο χαμηλής κι ορισμένες φορές κι αμφιβόλου ποιότητας, παραγκωνίζοντας τα ποιοτικά ελληνικά.

Η εκτόξευση των τιμών των τυροκομικών, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις άγγιξε και το 100% τα τελευταία δύο-τρία χρόνια, είναι πολυσύνθετη. Το βασικό είναι η μείωση της παραγωγής, η οποία προκαλείται από την εκτίναξη του κόστους των ζωοτροφών και της ενέργειας, τα οποία επιβαρύνουν τους κτηνοτρόφους. Εξάλλου, καταλυτικό ρόλο έχει παίξει και η γήρανση του αγροτικού πληθυσμού, η μείωση των επιδοτήσεων (σ.σ.: πτώση κατά 16% το 2025), καθώς και η καθυστέρηση στην καταβολή των κοινοτικών αποζημιώσεων, ύστερα από το σκάνδαλο που ξέσπασε με τον ΟΠΕΚΕΠΕ, του οποίου επιτήδειοι απομύζησαν τα ταμεία.

Συν τοις άλλοις, τα χτυπήματα για τους κτηνοτρόφους δεν έχουν τελειωμό, καθώς οι ασθένειες των ζώων τούς αναγκάζουν να «εξολοθρεύουν» ολόκληρα κοπάδια. Η ευλογιά των αιγοπροβάτων, που προσβάλλει αίγες και πρόβατα, με συμπτώματα όπως πυρετός, δερματικές αλλοιώσεις και κατάπτωση, έχουν αποδεκατίσει τον Έλληνα κτηνοτρόφο που βλέπει την παραγωγή του να συρρικνώνεται δραματικά.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, από τον Αύγουστο του 2024 μέχρι και το Σεπτέμβριο έχουν επιβεβαιωθεί σε 27 περιφερειακές ενότητες 1231 κρούσματα σε 1568 εκμεταλλεύσεις με τον αριθμό των θανατώσεων να ανέρχεται σε 327.868 ζώα. Μόνο τον περασμένο μήνα με βάση τα προσωρινά στοιχεία καταγράφεται ρεκόρ καθώς έχουν θανατωθεί ήδη 65.014 ζώα…

Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι οι πρώτες σοβαρές ελλείψεις και οι ανατιμήσεις θα φανούν αρχές του 2026. Σύμφωνα με την Κομισιόν η μεγαλύτερη αύξηση έχει γίνει στο αιγοπρόβειο κρέας, καθώς από το 2021 μέχρι και το 2025 φτάνει το 75%!  Την ώρα που η ευλογιά συνεχίζει να αποδεκατίζει κοπάδια αιγοπροβάτων, τα τυροκομία τηρούν στάση αναμονής και στηρίζονται στα αποθέματα της προηγούμενης γαλακτοπαραγωγικής περιόδου. Ωστόσο, το μέλλον είναι αβέβαιο, και σίγουρα θα επηρεάσει κτηνοτρόφους, τυροκόμους και φυσικά τους τελικούς αποδέκτες, τους καταναλωτές.

Τελευταίες Ειδήσεις