
Τι συνέβη;
Η Αθήνα παρακολουθεί με έντονη ανησυχία τις τελευταίες δηλώσεις του Εμανουέλ Μακρόν, οι οποίες έρχονται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία για την Ουκρανία αλλά και για τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο.
Μετά τις συνομιλίες που είχαν ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι και κορυφαίοι Ευρωπαίοι ηγέτες με τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, ο Γάλλος πρόεδρος προχώρησε σε μια σειρά συνεντεύξεων. Ανάμεσα στα όσα είπε, ξεχώρισε η θέση του ότι η Τουρκία πρέπει όχι μόνο να έχει ρόλο στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία, αλλά και να συμμετάσχει στρατιωτικά στον υπό σχεδιασμό ευρωπαϊκό στρατό που πιθανόν θα αναπτυχθεί εκεί μετά από συμφωνία με τη Μόσχα.
Το γεγονός αυτό προκάλεσε δυσάρεστη έκπληξη στην Αθήνα, καθώς η πρόταση Μακρόν ουσιαστικά αναβαθμίζει τον γεωπολιτικό ρόλο της Άγκυρας σε μια περίοδο όπου η ελληνική διπλωματία επιδιώκει να περιορίσει την τουρκική επιρροή, σύμφωνα με το dnews.gr. Μάλιστα, ο Γάλλος πρόεδρος έφτασε στο σημείο να προτείνει η πολυαναμενόμενη συνάντηση Πούτιν – Ζελένσκι να διεξαχθεί στη Γενεύη ή στην Κωνσταντινούπολη, παρότι μέχρι σήμερα καμία άλλη χώρα δεν έχει προτείνει την Τουρκία ως πιθανό οικοδεσπότη.
Την ίδια ώρα, η Άγκυρα εντείνει τη δική της διπλωματική κινητικότητα. Ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν συνομίλησε εκ νέου με τον Αμερικανό ομόλογό του Μάρκο Ρούμπιο, ενώ ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επικοινώνησε με τον Ολλανδό πρωθυπουργό Μαρκ Ρούτε για τις εγγυήσεις ασφαλείας της Ουκρανίας. Σύμφωνα με ανακοίνωση της τουρκικής προεδρίας, στις συζητήσεις αυτές εντάχθηκαν και οι τελευταίες εξελίξεις γύρω από τις διεθνείς πρωτοβουλίες για τον τερματισμό του πολέμου.
Παράλληλα, οι ιδιαίτερα σκληρές εκφράσεις του Μακρόν για τον Βλαντιμίρ Πούτιν -τον οποίο χαρακτήρισε «αρπακτικό» και «τέρας που θα συνεχίσει να καταβροχθίζει»- επισκίασαν την ουσία των τοποθετήσεών του. Ωστόσο, οι αναφορές στην Τουρκία δεν πέρασαν απαρατήρητες από ελληνικούς διπλωματικούς κύκλους, που εκτιμούν ότι θίγουν ευθέως τα εθνικά συμφέροντα.
Η στάση του Παρισιού έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις προσδοκίες που είχε καλλιεργήσει η Αθήνα τα τελευταία χρόνια. Μετά την ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία και την αγορά τεσσάρων φρεγατών Belharra, είχε εδραιωθεί η εντύπωση ότι η Γαλλία θα λειτουργούσε ως στρατηγικός εγγυητής έναντι της τουρκικής απειλής. Η στενή σχέση Μακρόν – Μητσοτάκη, που παρουσιαζόταν συχνά ως υπόδειγμα στρατηγικής συνεργασίας, τροφοδοτούσε αυτές τις ελπίδες.
Ωστόσο, η πραγματικότητα αποδείχθηκε διαφορετική. Η πρώτη απογοήτευση ήρθε με τη φημολογία για πώληση πυραύλων Meteor στην Τουρκία. Ακολούθησε η άρνηση του Παρισιού να στηρίξει τις προσπάθειες Ελλάδας και Κύπρου ώστε να αποκλειστεί η Άγκυρα από ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα. Και τώρα, οι τελευταίες δηλώσεις Μακρόν που αναβαθμίζουν τον ρόλο της Τουρκίας στην ουκρανική κρίση, συνιστούν για την Αθήνα το τρίτο και πιο ισχυρό πλήγμα.
Η ελληνική διπλωματία καλείται πλέον να επανεκτιμήσει τις σταθερές της, καθώς το Παρίσι δείχνει πως ακολουθεί στρατηγική που δεν λαμβάνει υπόψη τις ελληνικές ανησυχίες, παρά την πολιτική και οικονομική στήριξη που του έχει παράσχει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια.