
Αν οι 14 βουλευτές της ΝΔ λειτούργησαν απλώς «κατά συνείδηση», τότε γιατί κανείς τους δεν τόλμησε να απαιτήσει έρευνα;
Ένα πολιτικό και ηθικό ζήτημα που βαραίνει πλέον την κοινοβουλευτική πλειοψηφία φαίνεται να αναδύεται με ένταση στη Βουλή, καθώς η μηνυτήρια αναφορά της Μαρίας Καρυστιανού, έφτασε και επίσημα στην Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής.
Η μήνυση στρέφεται κατά 14 βουλευτών της ΝΔ, μελών της προανακριτικής επιτροπής για τον Χρήστο Τριαντόπουλο, και αφορά βαριά αδικήματα: εσχάτη προδοσία, κατάχρηση εξουσίας και παράβαση καθήκοντος, σε σχέση με τη διαχείριση της υπόθεσης του «μπαζώματος» στον τόπο του δυστυχήματος στα Τέμπη.
Η κυρία Καρυστιανού δεν κατηγορεί τους βουλευτές απλώς για πολιτική συγκάλυψη. Τους καταγγέλλει ότι ενήργησαν όχι ως κοινοβουλευτικά πρόσωπα, αλλά ως εισαγγελικοί λειτουργοί, οι οποίοι σκόπιμα παρέλειψαν να πράξουν τα προβλεπόμενα από το Σύνταγμα και τον νόμο, προκειμένου να μην διερευνηθεί το θέμα σε βάθος.
Στην ανάρτησή της κάνει λόγο για δολοφονική συγκάλυψη, χαρακτηρίζοντας την Προανακριτική Επιτροπή «κυβερνητικό πλυντήριο» και τονίζει ότι η επίκληση του άρθρου 61 περί βουλευτικής ασυλίας δεν ισχύει, διότι οι 14 «λειτούργησαν ως εισαγγελείς» και όχι ως βουλευτές που εκφράζουν γνώμη ή ασκούν κοινοβουλευτικό έργο.
Τα γυρίζουν με Καρυστιανού
Παρά τις αρχικές εκτιμήσεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας ότι η μήνυση είναι «προδήλως αβάσιμη», η υπόθεση όχι μόνο δεν μπήκε στο αρχείο αλλά προχωρά κανονικά προς συζήτηση στην Επιτροπή Δεοντολογίας, η οποία εντός των επόμενων δύο εβδομάδων θα εξετάσει την πιθανή άρση ασυλίας των 14 βουλευτών μέσω ονομαστικής ψηφοφορίας στην Ολομέλεια.
Το γεγονός αυτό φαίνεται να προκαλεί ενόχληση στο εσωτερικό της ΝΔ. Ανώτερη κυβερνητική πηγή φέρεται να δήλωσε χαρακτηριστικά, σύμφωνα με το newsbeast.gr: «Δεν μπορεί να συνεχίζεται άλλο αυτό με την Καρυστιανού. Κάπου πρέπει να μπει ένα τέλος».
Σύμφωνα με πληροφορίες, υπάρχει εκνευρισμός στο κυβερνητικό επιτελείο και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ για τη διαβίβαση της μήνυσης, με αρκετούς να θεωρούν ότι η διαδικασία καθοδηγείται πολιτικά και πως πρέπει να υπάρξει ένα «τέλος» σε αυτό που χαρακτηρίζουν «επικοινωνιακή εργαλειοποίηση».
Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι κανείς στη ΝΔ δεν θέλει να χρεωθεί το πολιτικό κόστος του να αρχειοθετηθεί μια τόσο φορτισμένη υπόθεση, ιδίως όταν συνδέεται με μια εθνική τραγωδία που παραμένει ανοιχτή πληγή για την κοινωνία. Το ενδεχόμενο να θεωρηθεί «συγκάλυψη» ακόμη και μια τυπική κοινοβουλευτική διαδικασία έχει παγώσει κάθε διάθεση για «αυτόματη απαλλαγή».